Αναζήτηση
Αποτελέσματα 171-180 από 268
Θήμισο μετάξι να του δίννης, πάλι δεν το πιάννει
(1948)
Γιά τους εκ φύσεως οκνηρούς
Ξένα σέρκα σε 'νεπαύκουν, μα τηγ καρκιάσ σου καύκουν. Ξένα χέρια σ' αναπαύουν με την καρδιά σου καίνε
(1948)
Ερμηνεία: Λέγεται προ παντός για περιπτώσεις, που σ' ένα πλούσιο μένει σαν ψυχοπαίδι κάποιο ορφανό, είτε όταν βοηθήση κανείς τον άλλο οικονομικώς και με κάθε τρόπο τον καίγει
Επάρε βούδι σελλωτό και γάϊδαρο καμπούρη γυναίκα λιγνοκάπουλη και χοίρο μακριομούρη
(1948)
Η παροιμία απαντάται με την παραλλαγή και εις Τήνον και Θήραν
Δεν φθάννει που 'ναι βό(δ)ι μον είν' και κουτουλιάρικο
(1948)
Για όσους έχουν πολλά ελαττώματα
Η άκρια θέλει μάστορη κι' η μέση παλληκάρι
(1948)
Το λέγοιν στο θέρος,στους καινουργιοερχομένους θεριστάδες
Άργησε και φέρ' αλεύρι
(1948)
Για κείνους που δουλεύουν αργά, αλλά αποτελεσματικά
Παρακάλε το μάλιν της γεναίκας σου νά ΄γ γυαλλικά
(1948)
Ερμηνεία : Θέλουν να δηλώσουν πως η γυναίκα άμα σου δώση προίκα θα σου το χτυπάει κάθε στιγμή· γι΄ αυτό θα ΄ναι προτιμότερο να ΄ναι γυαλικά, που σπάνε και τελειώνει το ζήτημα
Ορίστε, γαμπρέ, κουφέτταν!
(1948)
Ερμηνεία: Αντί να παραγγέλλουμε, μας παραγγέλλουν. Όπως, δηλ. στο γάμο, που αντί να προσφέρη ο γαμπρός κουφέτα, του προσφέρουν οι άλλοι