Αναζήτηση
Αποτελέσματα 31-40 από 64
Εμ΄ ενέμπεσα, εμ΄ εσκοτώθα
(1940)
Και έπεσα και σκοτώθηκα. Όταν έρχονται μαζωμένες συμφορές στο κεφάλι του ανθρώπου...
Η τσελελία επήρεν τ' αγκούνια του
(1940)
Ο γλάρος πήρε (άρπαξε) τα πανιά του...
Για κείνον που παρασταίνει το μικρό και τον ανίδεο απ' τον κόσμο, τάχα στο γιαλό πλένουν τα πανιά του εκεί που ειν' απλωμένα περνάει και τ' αρπάζει ο γλάρος...
Για κείνον που παρασταίνει το μικρό και τον ανίδεο απ' τον κόσμο, τάχα στο γιαλό πλένουν τα πανιά του εκεί που ειν' απλωμένα περνάει και τ' αρπάζει ο γλάρος...
Ο Αύγουστος γαστρώνει κι ο Σταυρίτα γεννά
(1940)
Ο Αύγουστος γκαστρώνει κι ο Σεπτέμβρης γεννάει. -Αύγουστο, όταν πια άρχιζαν τα κρύα και οι ακαταστασίες του καιρού, εύκολα κανείς από απροσεξία μπορούσε να προσβληθεί και το Σεπτέμβρη ν' αρρωστήσει...
Απομεινιάριν κάτα
(1940)
Γάτα που απομένει (μένει και δεν έρχεται πίσω)...
Για κείνον που πάει να κάνει μια δουλειά και λησμονιέται...
Για κείνον που πάει να κάνει μια δουλειά και λησμονιέται...
Εκίνησεν Εβραίον κι ευρέθε Σάββατος
(1940)
Ξεκίνησε ο Εβραίος και βρέθηκε (να 'ναι) Σάββατο...
Καταφέρνεις μετά πολλά βάσανα ν' αρχίσεις μια δουλειά κι ένα απροσδόκητο και γελοίο εμπόδιο σου τα χαλάει...
Καταφέρνεις μετά πολλά βάσανα ν' αρχίσεις μια δουλειά κι ένα απροσδόκητο και γελοίο εμπόδιο σου τα χαλάει...
Έμι το κόκκινον τ' ωβίου, έμι τ' άσπρον κι δίουνε σε
(1940)
Δέ σού δίνουνε και το κόκκινο του αυγού και τ' άσπρο. Γιά τον άπληστο πού τα θέλει όλα...
Θάγμαν κι ανελέτι, γιούδουλον κι ιπρέτι!
(1940)
Θαύμα κι ανελέτι (πολύ παράξενο, αξιοθαύμαστο) είδωλο και ιπρέτι (πολύ άσκημο πράμα!). Εκφραστικό του θαυμασμού, για όμορφο ή και για άσκημο πράμα...
Αφέντρια ελέϊνεν: όλα τά σεράϊα τά 'μα είναι
(1940)
Η αφέντρα (αφέντισα, κυρία) έλεγε: όλα τά παλάτια είναι δικά μου. Για όποιον λέει πώς έχει καί παραέχει καί πώς όλα είναι δικά του....
Η γούλα σου κι η τσούπα σου κι η τρακαλαφατίνα σου
(1940)
Ο λαιμός σου κι η τσούπα σου και η τρακαλαφατίνα σου. Για τους λαίμαργους όλο σκέφτονται το λαιμό τους, το στούπωμά του και το τριπλό, αν είναι δυνατό, καλαφάτισμά του....
Είδεν το κι είδεν κι έπεσεν κι επέθανε
(1940)
Είδε κείνο που δεν είδε κι έπεσε και πέθανε...
Για κείνους που ξαφνικά βρίσκονται σε καλύτερη από τη συνηθισμένη τους κατάσταση και δεν ξέρουνε πως να φερθούνε...
Για κείνους που ξαφνικά βρίσκονται σε καλύτερη από τη συνηθισμένη τους κατάσταση και δεν ξέρουνε πως να φερθούνε...