Αναζήτηση
Αποτελέσματα 21-30 από 64
Αλεύρια δεν έχουμε και τρώμε φυλλωτά
(1940)
Φυλλωτά = έδεσμα, ζυμαρικό. Δεν κυτάζουμε τα απαραίτητα, αλλά τα περιττά
Έλλαξεν η χήνα κι εφόρησεν πάλι εκείνα = Άλλαξε η χήνα και φόρεσε πάλι εκείνα
(1940)
Ερμηνεία: Όταν μας ξεγελούνε, παρουσιάζοντας μας τα ίδια, με επουσιωδέστατες μόνο διαφορές
Έσεις καλά παιδία, τα κρόσια τι να φτας; Και έσεις κακά παιδία, πάλι τι να φτας άτα;
(1940)
Έχεις καλά παιδιά, τι να τα κάνεις τα γρόσια; Και έχεις κακά παιδιά πάλι τι να τα κάνεις; Για την ευτυχία, που τα καλά παιδιά στερεώνουν και τα κακά γκρεμίζουν...
Κωφόν καμπάναν κι α χτυπάς, τσανόν κι α διαρμενεύεις, και μεθυσμένον κι αν κερνάς, αέραν κουπανίεις
(1940)
Του κουφού αν κτυπάς καμπάνα, και τον ρελό αν ορμηνεύεις, κι αν κερνάς και μεθυσμένον (άνθρωπο), αέρα κοπανάς. Είναι ματαιοπονία να προσπαθούμε να διορθώνουμε ότι οπωσδήποτε δε διορθώνεται...
Άντρας άψιμο, παιδία παίδεψες
(1940)
Ο άντρας φωτιά, τα παιδιά παιδεμός//Λέγεται από τις γυναίκες (συζύγους) και τις μαναδες. Οι πρώτες για τους άντρες τους, οι δεύτερες για τα παιδιά τους. Όλες για τις απαιτήσεις που έχουν άντρες και παιδιά και για τη σκλαβιά που επιβάλλουν πάντα...
Αν κι εμοιάζινανε κι εσυμπεθέριαζανε
(1940)
Ερμηνεία: Αν δε μοιάζανε, δε συμπεθεριάζανε...
Λέγεται για ένα αντρόγυνο, όταν, και ο άντρας και η γυναίκα, ούτε νοικοκύρηδες, ούτε καλοί άνθρωποι είναι. Ή και το αντίθετο...
Λέγεται για ένα αντρόγυνο, όταν, και ο άντρας και η γυναίκα, ούτε νοικοκύρηδες, ούτε καλοί άνθρωποι είναι. Ή και το αντίθετο...
Εδίβε να κάλεινεν κι έπεσεν κι εκοιμήθε
(1940)
Πήγε να προσκαλέσει και πλάγιασε και κοιμήθηκε...
Για τους αργοκίνητους ανθρώπους, που πηγαίνουν για σοβαρή δουλειά κάπου και δε νοιάζονται να την τελειώσουν ποτέ...
Για τους αργοκίνητους ανθρώπους, που πηγαίνουν για σοβαρή δουλειά κάπου και δε νοιάζονται να την τελειώσουν ποτέ...
Α σον πρόσωπον κι είδα καλόν κι α ση ράσα να θωρώ;
(1940)
Από το πρόσωπο δεν είδα καλό και θα ιδώ απ' την πλάτη;...
Για όσους δυστηχήσανε κάτου από κάποιες συνθήκες και ακούν ότι θα ευτυχήσουν με άλλες, που είναι και χειρότερες...
Για όσους δυστηχήσανε κάτου από κάποιες συνθήκες και ακούν ότι θα ευτυχήσουν με άλλες, που είναι και χειρότερες...
Γυμνός κι άτσατσαλος
(1940)
Γυμνός και τσίτσιδος. Χαρακτηρισμός για τον πολύ φτωχό ή για το κορίτσι που πάει και παντρεύεται χωρίς προίκα. - Παραλλαγή : Γυμνός και γυμνόκωλος...
Αξία σου λιβόρι κι απάν' έναν κοβόρι
(1940)
Η αξία σου (εκείνο που σου αξίζει είναι ) ελλέβορος – κι απο πάνου περιττώματα . - Σε όσους έκαναν κάτι τιποτένιο και υπερηφανευόνταν γι' αυτό. Το να υπερηφανεύεται κανείς για τιποτένια πράματα είναι σαν τρέλα και στην Οινόη έλεγαν γι αυτούς πως...