Αναζήτηση
Αποτελέσματα 211-220 από 291
Αφρίζεις και ξαφρίζεις τον παρά μου έδωκα θα σε φάω
(1938)
Ερμηνεία: Το λέν όταν αγοράσουν κάτι κάτι κακό που πρέπει έτσι κι αλλιώς να φαγωθή. Προήλθε από το εξής: ήτανε κάποτε ένας που αγόρασε σαπούνι, αντί για τυρί. Τώρα έπρεπε να το φάη, αλλά άφριζε στο στόμα του και τότε είπε: “αφρίζεις, ξαφρίζεις τον...
Το λύκο μιά ρφορά τον εγδέρνανε και του λέγανε να πη ακμή, για να τον αφήσουνε, κι αυτός έλεγε: αρνί, αρνί αρνί
(1938)
Αυτή η ιστορία είναι για τσ' αθρώπους που κάνουνε ότι τώσε κόψη το ξερό ντως
Ο γυιός, γαμπρός δε γίνεται κι η νύφη θυγατέρα
(1938)
Η πενθερά δε μπορεί ν' αγαπήσει το γαμπρό και τη νύφη, όσο το γυιό και τη θυγατέρα...
Τον τάισε τα μούσπουλα
(1938)
Το λένε όταν παντρευτεί η αγαπητηκιά κάποιον η όταν τον γελάσουν για κατι που του υποσχέθηκαν. Μούσπουλα είναι φρούτο πολύ ξυνό και στυφό, οριμάζει μέσα στο νερό μα και έξω...
Μη θες να σεσομαρίσης στη καμπούρα μου
(1938)
Μη θέλεις να απαλλαχθής εσύ από το βάρος και να το φορτωθώ εγώ...
Εκείνος εξεσομάρισε δα, και πλερώνει άλλος το χρέος του...
Ξεσομαρίζω (μεταφορικά) = ρίπτω το βάρος κάποιας ευθύνης σε άλλον...
Εκείνος εξεσομάρισε δα, και πλερώνει άλλος το χρέος του...
Ξεσομαρίζω (μεταφορικά) = ρίπτω το βάρος κάποιας ευθύνης σε άλλον...
Κάνει τα κλειστά τα μάτια
(1938)
Προσποιείται πως δεν βλέπει και αφήνει τον άλλο και κάνει ότι θέλει...