Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1171-1180 από 1237
Μονdανιώτ'ς παραπάν' σε bκενα
(1938)
Bκενα π Σέβκα αόριστος του ρήματος εισβαίνω, παρεφθαρμένος δε σε bαίνω, παραπ. Σέbαινα, με 'ια σε bω...
Επειδή συνήθως οι Μουδανιώτοαι έφερον λάδι στο χωριό, γι' αυτό και όταν το φαγητό είχε περισσό λάδι, απ' ότι έπρεπε έλεγον “ Μουdανιώτ'ς...”...
Επειδή συνήθως οι Μουδανιώτοαι έφερον λάδι στο χωριό, γι' αυτό και όταν το φαγητό είχε περισσό λάδι, απ' ότι έπρεπε έλεγον “ Μουdανιώτ'ς...”...
Μέ ένα νερό δέ βράζ'
(1938)
Μέ ολίγα λόγια δέν πείθεται. Η έννοια είναι μεταφορική από τήν βράσιν τών οσπρίων, τά οποία διά νά βράσουν χρειάζεται νά βάλη κανείς δύο καί τρείς φορές νερό...
Δίν' 'να τσικί κγάλα, κλόζ' τεβιρτέ το
(1938)
Δίδει ένα αγγείο γάλα, γυρίζει και το ρίπτει κάτω. Λέγεται επί των προσφερόντων μέν υπηρεσίας, αλλά λόγω της δυστροπίας των εξουδετερούντων το αγαθόν εκ τούτων αποτέλεσμα...
Από ρόδο βγαίνει αγκάθι κι απ' αγκάθι βγαίνει ρόδο
(1938)
Από καλούς γονείς βγαίνει κακός, και τ΄ανάποδο...
Αντί να τσιρίξη αραμπάς, τσιρίζουν τα κατρακύλια!
(1938)
Κατρακύλια = τροχοί. Το λέν όταν βάζη τις φωνές κείνος που έχει το άδικο και σωπαίνει κείνος που έχει δίκιο...
Ασαράντιγη είσαι;
(1938)
Λέγεται όταν μια γυναίκα στέκεται στο κατώφλι του σπιτιού και δεν μπαίνει μέσα, όπως οι λεχώνες που δεν έχουν ακόμη σαραντίσει, εις τις οποίες απαγορεύεται η είσοδος εις ξένο σπίτι...
Το σήκωσε στ' αντάρτικο
(1938)
Επί απειθαρχήτων και ατιθάσσων...
Εγώ είμαι 'πο ξύλο κρεμάμενου
(1938)
Παραφθορά του “Επί ξύλου κρεμάμενος”...
Εσήμαινε τον άνευ προστασίας τινός και υποστηρίξεως άνθρωπον...
Εσήμαινε τον άνευ προστασίας τινός και υποστηρίξεως άνθρωπον...
Κάθε καρυδιάς καρύδ'
(1938)
Δια να χαρακτηρίσουν τόπον και συνοικίας μεγαλουπόλεως, όπου ζούν διάφορες εθνότητες...
Όγιος κόβει τα κακά ξύλα στο λόgο η πλάτη του το βρέσκει
(1938)
Περί εκείνων, οίτινες επιχειρούν δυσκόλους πράξεις και οι ίδιοι πρέπει να τα φέρουν εις πέρας...