Αναζήτηση
Αποτελέσματα 21-30 από 57
Τι θα γίνουμε άμα δι βρέξ' κι σα βρέξ' που θα bάμε;
(1937)
Όταν κανείς βρίσκονταν σε δύσχερη θέση που και εκείνο ακόμη που θα ήταν σε άλλη περίπτωση ευτυχία του, στη θέση του βρίσκονταν ήταν και αυτό δυστυχία του...
Να κάμ'ς κόκκιν' σακκούλα
(1937)
Ήταν ειρωνεία για εκείνους που εδάνειζαν και δεν επρόκειτο να τα πάρουν. Το κόκκινο ήταν κάτι το πανηγυρικό. Λεγόνταν και για εκείνους που περίμεναν να εισπράξουν αμφίβολα κέρδη...
Σαράdα φας, σαράdα πιής, σαράνdα δώσ' για την ψυχή σ'
(1937)
Λέγονταν την ημέρα των αγίων Σαράντα Μαρτύρων, διότι αυτήν την ημέρα ζύμωναν κι έψηναν στο σάτσι αλαγίτες και ήταν συνήθεια να μοιράζουν και για την ψυχή τους...
Μπαμπά μ', όταν μ' ορμήνευες, εβδομηdαδυό τσι μετρούσα σ' μ'λαριού μας
(1937)
Λεγόνταν για τους νεαρούς και αργοσχόλους ανθρώπους, οι οποίοι αποφεύγουν να κουράσουν τη σκέψη των...
Στο Αυδήμι έλεγαν ορμηνεύω και ορμήνεια = συμβουλή...
Στο Αυδήμι έλεγαν ορμηνεύω και ορμήνεια = συμβουλή...
Μπαμπά μ', όταν μ' ορμήνευες, εβδομηdαδυό τσι μετρούσα
(1937)
Λεγόνταν για τους νεαρούς και αργοσχόλους ανθρώπους, οι οποίοι αποφεύγουν να κουράσουν τη σκέψη των...
Στο Αυδήμι έλεγαν ορμηνεύω και ορμήνεια = συμβουλή...
Στο Αυδήμι έλεγαν ορμηνεύω και ορμήνεια = συμβουλή...
Η κατάρα είναι γαϊδάρα κι πάει στου ν'κοκύρ'
(1937)
Την έλεγαν για εκείνους που καταργιούνταν τους άλλους και πάθαιναν οι ίδιοι. Έλεγαν δε γαϊδάρα, από την ανυποληψία που έτρεφαν σ' αυτά τα εργατικά και χρήσιμα ζώα...
Τ'ν έχ' σ' κ'κιού d' gρέgα
(1937)
Δηλαδή δεν την εκτιμάει καθόλου...
Εννοούσαν τη μαύρη στεφάνη του κουκκιού, τον είχε ολωσδιόλου στην άκρα, παράμερα, και δεν τον υπελόγιζε καθόλου. Επρόκειτο το περισσότερο γιά τις πεθερές και τους πεθερούς, που οι νύφες συνήθως δεν τις χώνευαν...
Εννοούσαν τη μαύρη στεφάνη του κουκκιού, τον είχε ολωσδιόλου στην άκρα, παράμερα, και δεν τον υπελόγιζε καθόλου. Επρόκειτο το περισσότερο γιά τις πεθερές και τους πεθερούς, που οι νύφες συνήθως δεν τις χώνευαν...
Τν αρνή από το ποδάρ'
(1937)
Η λέξη άρνησι στην περίπτωση αυτή περικόπτεται και γίνεται αρνή. Και όταν ηχητικώς γίνεται αρνή = αρνί συνδιάζεται με ουσιαστικό συγκεκριμένο: το ποδάρι, το οποίο από την άκρα (αρχή), δηλ. αρνείται εξ ολοκλήρου, δεν παραδέχεται απολύτως τίποτε...
Κάθουμαι απάν στα βιλόνια
(1937)
Δηλαδή, έχω στεναχώρια και ανυπομονησία μεγάλη και ναμένω απόφαση ή κάποιον άνθρωπο, από τον οποίον εξαρτώνται ζωτικώτατα συμφεροντά μου. Λεγόνταν συνηθέστερα σε τρίτο πρόσωπο: “κάθεται απάν στα βιλόνια”...
Φτωχός είν' ή διάβολος
(1937)
Ερμηνεία: Το έλεγαν ως απάντηση, όταν κανείς παρεπονείτο ότι δεν έχει περιουσία και εδυσκολεύετο να ζήση. Εξ' ού και το Η Θεός έχ' για ούλους...