Αναζήτηση
Αποτελέσματα 181-190 από 196
Άσκημέ μου φέρε να φάμε. Τσ' όμορφε μου! Πύντα τσείνα;
(1934)
Άσχημος σύζυγος αλλά πλούσιος προτιμητέος του ωραίου αλλ΄απόρου
Έλα πάππο μου, να σου δείξω τ' αbελοχώραφά σου
(1934)
Επί των ανετοίμως επεμβαινόντων εις ζητήματα, τα οποία άλλος κατέχει καλύτερον παντός άλλου, λόγω φυσικής ή σκοπίμου αναστροφής μετ' αυτών
Εμάς είναι καρύδια τσαι χτυπού, τσαι των αλλωνών ν είναι μολύβια τσαι 'ουλού
(1934)
Τα ιδικά μας ελαττώματα διατυμπανίζονται, ενώ των άλλων αποκρύπτονται ως ο βυθιζόμενος μόλυβδος
Εφτά χωριά 'χ' η Κάρπαθο τσαι τ' Όθος μοναχό του!
(1934)
Σήμερον η Κάρπαθος έχει 10 μεγάλα χωριά και 2 η 3 μικρότερα. Φαίνεται ότι την εποχήν καθ' ην εποιήθη η παροιμία τα μεγάλα χωρία ήσαν επτά, εξ ου η παρομοίωσις του εις πολλάς χωριστάς συνοικίας διηρημένου χωρίου Όθους...
Ο νιος 'α' 'εν εθέριζε τσ' η κόρ' 'α' 'εν εέννα τσ' ο βους 'α' 'εν ελωνευγε ποτέ του εν εέρα
(1934)
Οι τοκετοί της γυναικός, το θέρισμα υπό του νέου και το αλώνισμα υπό του βοδιού είναι τόσον βαρέα έργα ώστε να φέρουν πρόωρον γήρας...
Σα ζιω εμ μου γίεις πίττα τσαι σαν αποθάνω μου τηκ κάνεις τσαι με το μέλι
(1934)
Η μεταφορά εκ των μνημοσύνων...
Λέγεται επί των ακαίρως και ανωφελώς παρεχόντων τας υπηρεσίας των προς άλλους...
Λέγεται επί των ακαίρως και ανωφελώς παρεχόντων τας υπηρεσίας των προς άλλους...
Που πάρη χίλια προύατα τσαι κακουδιά γυναίκα, τα προύατα 'ποκάνουσι τσ' η κακουδιά πομένει
(1934)
Ερμηνεία: Επί των νυμφευομένων πλουσίαν αλλ' άσχημον συζύγων ανάλογος γνώμη και εν τη Παλατίνη Ανθολογία...
Κακουδιά = Κακός μόνον εν τη παροιμία, δύσμορφος, το Βυζαντ. Κακαϊδου...
Κακουδιά = Κακός μόνον εν τη παροιμία, δύσμορφος, το Βυζαντ. Κακαϊδου...
Αθρώποι καλοπίχεροι ε τρώ – ν αβγό σφογγάτο τσαι σου διαόλου κουνενέ το θέλεις σκαρευτάτο
(1934)
Παρομοιώδες δίστιχον λέγεται επί της καλής τύχης ανθρώπων ανικάνων, οι οποίοι όμως μη ευχαριστούμενοι εις τούτο, ζητούν και τα πλέον εκαιρετικά πράγματα...
Καλοπίχερος = επίσημος, επιφανής προύχων, κουνενές = λέγεται ως ύβρις ευτελής, περιφρονημένος...
Καλοπίχερος = επίσημος, επιφανής προύχων, κουνενές = λέγεται ως ύβρις ευτελής, περιφρονημένος...
Σαν έβγ' ο ήλιος στοίς Πηλές, βουά του που 'ναι νηστικός
(1934)
Οι Πήλες χωριόν της Καρπάθου εις τα Ν. Δ. Απέναντι της Κάσου. Οι χωρικοί σηκώνονται και τρώγουν άμα την ανατολή του ήλιου, αλλ' εάν οι Πηλιάται αναμένουν των ως εκ της θέσεως βραδείαν εμφάνισιν του ήλιου εις το χωριό των δια να προγευματίσουν, το...
Είdα θα ἐνούμ' α ΄βρέξη κι α δε βρέξη που θα πάμε;
(1934)
Ο αγγειπλάστης δεν ήθελε να βρέξη, διότι θα κατεστέφοντο τα αγγεία του, άτινα είχεν εκθέσει εις τον ήλιον, ο δε γεωργός ήθελε να βρέξη δια να γίνουν τα σπαρτά του. Ο πρώτος μετά του δεύτερου ήσαν αδελφοί και ο καθείς έλεγεν ό,τι τον συνέφερε εις τον...