Αναζήτηση
Αποτελέσματα 341-350 από 354
Ο Θεός τ' ανθρώπ' ς να έκουεν, ωτίν, μυτίν 'ς σον κόσμον 'κ' επεμείν 'νεν
(1931)
Αν άκουε ο Θεός τους ανθρώπους, δε θα έμενεν αφτί, μυτή 'ς τον κόσμος
Ο τζεπρέας τον τζεπρέαν καρκαπούτς λέει
(1931)
Τζεπρέας = κασιδιάρης
Που 'κι σπέρ' θερίζει
(1931)
Όπου δε σπέρνει θερίζει
Όθεν πας, οκά τετρακόσα τράμα έχ΄
(1931)
Όπου πας, η οκά τετρακόσια δράμια έχει...
Προς αγοραστήν νομίζοντα ότι θα εύρη πράγμα ευθηνότερον, το οποίον παντού έχει την ιδίαν αξίαν. Και γενικώτερον ότι ο κόσμος παντού είναι ο ίδιος. Παραλλαγή : τέσσερ΄ εκατόν τράμα έχ΄...
Προς αγοραστήν νομίζοντα ότι θα εύρη πράγμα ευθηνότερον, το οποίον παντού έχει την ιδίαν αξίαν. Και γενικώτερον ότι ο κόσμος παντού είναι ο ίδιος. Παραλλαγή : τέσσερ΄ εκατόν τράμα έχ΄...
Ο πεινασμένον 'ς σ' όνερον ατ' κοτέρα 'λέπει
(1931)
Ο πεινασμένος 'ς τ' όνειρό του βλέπει κομμάτες ψωμιού...
Επί του διαρκώς έχοντος τι κατά νουν και φανταζομένου την απόκτησίν του, διότι το επιθυμεί...
Παραλλαγή: Ο πεινασμένον 'ς σ' όνερον ατ' κοτέρα 'λέπ...
Ο πεινασμένον 'ς σ' όνερον ατ' κερέτσα ελέπει (κόρες ψωμιού βλέπει)...
Ο πεινασμένον 'ς σ' ορωμανατ κοτέρα ελέπ'...
Ο πεινασμένον 'ς σ' άρωμαν ατ' κοτέλα ελέπει (κοτέλα = κοτέρα)...
Ο πεινασμένον 'ς σ' όρωμαν 'ατ' καρβέλα ελέπ'...
Επί του διαρκώς έχοντος τι κατά νουν και φανταζομένου την απόκτησίν του, διότι το επιθυμεί...
Παραλλαγή: Ο πεινασμένον 'ς σ' όνερον ατ' κοτέρα 'λέπ...
Ο πεινασμένον 'ς σ' όνερον ατ' κερέτσα ελέπει (κόρες ψωμιού βλέπει)...
Ο πεινασμένον 'ς σ' ορωμανατ κοτέρα ελέπ'...
Ο πεινασμένον 'ς σ' άρωμαν ατ' κοτέλα ελέπει (κοτέλα = κοτέρα)...
Ο πεινασμένον 'ς σ' όρωμαν 'ατ' καρβέλα ελέπ'...
Που τ' αγάπουν τογ καλόμ μου τζαι που τον είχα έννοιαν πέντε γρόνους τον εφίλουν τζ' 'εν τον εί' αν είσεγ γένεια!
(1931)
Π' αγαπούσα τον καλό μου, κι από τα του είχα έγνοια, πέντε χρόνια τον φιλούσα και δεν είδ' αν είχε γένεια. Για κείνους που λένε πως ενδιαφέρονται για ένα φίλο τους, ενώ στην πραγματικότητα ούτε το παραμικρό τους γνοιάζει...
Τον κολυμπετήν 'ς σην έμπαν ατ' κι τερπούν άτον, 'ς σην έβγαν ατ' τερούν άτον
(1931)
Τον κολυμβητή δεν τον κοιτάζουν όταν μπη, όταν βγη τον κοιτάζουν...
Ερμηνεία: Η ικανότης του επιχειρούντος τι κρίνεται εις το τέλος και όχι εις την αρχήν της επιχείρησης...
Ερμηνεία: Η ικανότης του επιχειρούντος τι κρίνεται εις το τέλος και όχι εις την αρχήν της επιχείρησης...
Τ΄αδέλφα νταν χωρίουνταν, ο ήλον πα ματούται, μουδέ ο ήλον μοναχόν τη ήλ η μάννα πάλι
(1931)
Όταν χωρίσουν τ΄αδέρφια κι ο ήλιος ματώνεται, μήτε ο ήλιος μοναχός, μα και η μάννα του ήλιου. Χαλδ. Ο αποχωρισμός των αδελφών εκ της κοινής πατρικής στέγης είναι αναγκαίον κακόν...
Αγκρίστηκεν η καλή μου τζαι πα να τημ μερώσω έαγ καθίζιγ κότσιρους να της παρασονώσω
(1931)
Μ'αλωσε η αγάπη μου, πάω να τη την αγαπήσω, ένα καζάνι κόπρανα να της τα παραχύσω. Πέιραγμα σ' ένα που κακοφανίστηκε μαζί μου, χωρίς να τον αγαπώ και χωρίς να μ΄ενδιαφέρει...
Παρεμφερή θυμώνω, κακιώνω...
Παρεμφερή θυμώνω, κακιώνω...
Τη μερμήκαν είπαν άτεν “πόσα οκάδας έρχεσσαι;”, “Σεράντα πατμάνια”, είπεν, “Αΐκον ψέμαν πα γίνεται;”, είπαν άτεν, “Εγώ με τ' εμόν το καντάρ' εξύχτα”, είπεν
(1931)
Είπαν στο μερμήγκι “πόσες οκάδες είσαι;”, “σαράντα πατμάνια” είπε, “γίνεται και τέτοιο ψέμα;” του είπαν, “Εγώ με το δικό μου το καντάρι ζυγίστηκα” είπε...