Αναζήτηση
Αποτελέσματα 31-40 από 786
Λουβάνες μας λες
(1919)
Λουβάνες = πολυλογία, μάταοι λόγοι, κυρ. είδος οσπρίου (λουβάνα)
Μι τα κστιλλειά δε γιμίζ' η τσλιά
(1919)
Κστιλλειά = κστέλλι = πινάκιον, εργατικών ιδία, σκουτέλλι, πινάκιον φαγητού προσφερόμενον
Έχνα τον αχό μ'
(1919)
Ερμηνεία: Περί εμού ομιλούσι
Η μάννα σου κι η μάννα μου παίζανε τα καρύδια και κέρδισε η μάννα σου τομ πούτου με τ' αρχίδια
(1919)
Η παροιμία λέγεται προκειμένου περί αποτυχίας τινός απροσδοκήτου και ανεχούσης τι το κωμικόν
Λέει, Λέει το κοπέλλι κάνει τη γρηά και θέλει
(1919)
Παραλλαγή του “Πες, πες το κοπέλλι...”
Ό,τι έχω ατός μου, το λέ' τ' αντρός μου
(1919)
Η παροιμία λέγεται επί εκείνων, οίτινες αποδίδουσιν εις τους άλλους ελαττώματα, τα οποία αυτοί οι ίδιοι έχουσι κατά μείζονα βαθμόν
Ανισκουbάθτσις τσ' έκλασες, πουλιούχρουνους να είσι
(1919)
Σκωπτικώς προς παρασκευαζόμενον ενδεικτικώς δι ευτελώς έργονται προς αδέξιον
Τουν πήγι τρίγια, τσι ρούπ'
(1919)
Εκ της φράσεως: Τουν πήγι τρίγια χέργια
Λόγιαζε τ' αδράχτ' σ'
(1919)
Ομοία: Κάνε τ' ρόκα σ'
Όπου βλέπεις μάγουλο, ξεννοιασίλες
(1919)
Η παροιμία αύτη σημαίνει ότι οι ευραφείς την όψιν, οι χοντρομούτσουνοι δεν φαίνεται να έχουν καμμίαν φροντίδα, καμμίαν έννοια, είναι ξένοιαστοι, καθ' όπου εν εναντία περιπτώσει δεν θα είχαν το πάχος, το οποίον έχουσι ήδη