Αναζήτηση
Αποτελέσματα 51-54 από 54
Άκαιρος πρόξενος εις εαυτόν αφορά
(1893)
Αναλόγως τη των παλαιών. Ζηνόδοτ. Και Διογέν....
Το Σκουντί από μητάτο, κι' άνθρωπος από γενειά
(1893)
Εν λεξιολ. Σελ. 176, Σκουντί και σκουδί=κύων...
Εν λεξιολ. Σελ. 164. Μητάτο (τό), λ. Λατιν. (Μιτάτο)=αυλή, σηκός, μάνδρα, σταθμός προβάτων, στάνη κ.λ.π....
Εν λεξιολ. Σελ. 164. Μητάτο (τό), λ. Λατιν. (Μιτάτο)=αυλή, σηκός, μάνδρα, σταθμός προβάτων, στάνη κ.λ.π....
Η πουτάνα σαν γεράση, πέντε τέχναις θε να πιάση. Πλήστρα, Μαυλίστρα, Αντρογυνο – ξεχωρίστρα (ή αντροϋνοχωρίστρα), Μαμή, γη χειροχτενίστρα
(1893)
Εν λεξιλ. σελ. 164, Μαυλίστρα – μαστρωπός, και τουρκικώς ρουφιάνα...
Εν λεξιλ. σελ 181, Χειροχτενίστρα – η εργαζομένη τα χειρόκτενα...
Εν λεξιλ. σελ 181, Χειροχτενίστρα – η εργαζομένη τα χειρόκτενα...