Αναζήτηση
Αποτελέσματα 31-40 από 47
Ηζάρωσα σαν τσακάς
(1885)
Ερμηνεία: (υπό του ψύχους) κυρτούμαι, βαδίζω κλίνων προς τα εμπρός. Σημείωση: τσακάδες λέγονται τα μικρά εκείνα μαχαίρια, ων η λεπίς είναι προσαρμοσμένη διά γιγγλύφου ως την λαβίδα και καμπτομένη εισέρχεται εντός αύλακος...
Άμε γύρευε
(1891)
Ερμηνεία : Τόσοι και τόσοι (δηλώνουν πλήθος)...
Διώχνω ένανε με της πομπής τα δισάκκια
(1891)
Ερμηνεία: Διώχνω έναν ονειδίζοντάς τον πως έχει αυτό και εκείνο το ελάττωμα, διώχνω έναν με βρισιές...
Σαββατοκύριακο λειβάδια καλογέροι
(1885)
Ερμηνεία: Το Σάββατον και την Κυριακή επιτρέπει να φάγη τις πασχαλινόν...
Επιτρέπεται να ομιλήση τις ελευθέρως, να αστειευθή...
Επιτρέπεται να ομιλήση τις ελευθέρως, να αστειευθή...
Ήλλαξεν ο Μανωλιός κ' ήβαλεν τα ρουχ' αλλιώς
(1885)
Ερμηνεία: Λέγεται των έκαστων φερόντων και αυτά πάντοτε φορέματα ή εσθιούντων καθ' έκαστω το αυτό φαγητού...
Τα γέλια χάνουν την τιμή, τα μείτωρα τη γνώση
(1890)
Ερμηνεία: Δεν πρέπει να γελά κανείς πολύ και να χωρατεύη πολύ...
Μείτωρα αντί μέτωρα = χωρατά...
Μείτωρα αντί μέτωρα = χωρατά...
Αλεστικά, φουρνιάτικα κι ο νοικοκύρης άδειος
(1891)
Λέγεται για κείνους που έχουν εισοδήματα πολλά, αλλά εξοδεύουνπολύ και δεν μένει τίποτε...
Κότσυφα μου κερομύτη ότ' αρπάξης με τη μύτη
(1889)
Ερμηνεία: Δεν πρέπει να καταφρονούμε το κέρδος όσο μικρό και αν είναι...
Σημαίνει: κερομύτης = που έχει κίτρινη μύτη, είδος κοτσύφου...
Σημαίνει: κερομύτης = που έχει κίτρινη μύτη, είδος κοτσύφου...
Του πουλολόγου πουπουλο, του ψαρολόγου ψώρα
(1889)
Ερμηνεία: Ο κυνηγός και ο ψαράς πολλές φορές δεν πιάνουν τίποτα...
Όπου μύλο άλεθε κι όπου φούρνο, φούρνιζε
(1885)
Σημαίνει οτι αρέσει να συχνάζη της οτε μεν εκ το εν μέρος, οτε δε εις στο άλλο και ουχί στερεοτύπης εκ το πάντοτε καφενείον, εκ το αυτό ξενοδοχείο...