Αναζήτηση
Αποτελέσματα 251-260 από 354
Τρανόν γούλαν έχ'
(1931)
Μεγάλη γούλα έχει. Χαλδ. Ιδέ 618 και 619....
Το γουρούνι δεν γίνεται μανάρι
(1931)
Παροιμία δηλούσα ότι η φύσις και ο χαρακτήρ δεν μεταβάλλονται...
Παρεμφερης τω αρχαίω: Φύσιν πονηράν μεταβάλειν ου ράδιον...
Παρεμφερης τω αρχαίω: Φύσιν πονηράν μεταβάλειν ου ράδιον...
Φερ' κι ας πέντε πεγάδα ποτίει σε νερόν
(1931)
Κι από τοις πέντε βρύσες φέρνει νερό και σε ποτίζει...
Επί του ικανωτάτου...
Επί του ικανωτάτου...
Τον παλαλόν λένε ούλα, τον γνωστικόν λένε 'λίγα κ' εγροικά πολλά
(1931)
Σ τον παλαβό τα λένε όλα, 'ς το γνωστικό λένε λίγα και καταλαβαίνει πολλά...
Γνωμικό...
Γνωμικό...
Το καθέσιμο τσαι τ'εσκώσιμον ατ΄όποιος ου ξερ' το χρόνο δύο σαλβάρα γραν'
(1931)
Ερμηνεία: Επί του απροσέκτου ταχέως φθείροντος ένδυμα...
Όποιος δεν ξέρει πως να κάθεται και να σηκώνεται τη χρονιά δυό σαλβάρια παλιώνει...
Όποιος δεν ξέρει πως να κάθεται και να σηκώνεται τη χρονιά δυό σαλβάρια παλιώνει...
Έδ δανεικά τα πίσκαλα στογ γάμον
(1931)
Άμα θέλη κανείς να δηλώση πως θ' ανταποδώση τα ίσα. Η παροιμία προήλθεν από την συνήθεια πού' χουν οι χορευτές όταν χορεύουν το “ζεϊπέκκιν”, ο ένας να στέκεται και να “πισκαλίζη” (κτυπάη τις παλάμες στον άλλο που χορεύει) κι έπειτα ο δεύτερος...
Ως που πάμεν τζαι γερνούμεν άλλα πράμα τα θωρούμεν
(1931)
Όσο πάμε και γερνάμε, άλλα πράματα κυτάμε...
Αγκρίστηκεν η γουρουνιά τζ' έπκιασεν τα γουρούνια τζ' έβκηκεμ πα στης συκαμιάν να φάη μακαρούνια
(1931)
Μάλωσε η γουρούνα μου κ' έπιασε τα γουρούνια και βγήκ' απάνω στη μουριά, να φάη μακαρούνια. Ερμηνεία: Για κείνους που τους ψευτοκακοφαίνεται το παραμικρο. Συνηθίζεται στα παιδάκια...
Επολοήθηκεν τζί ο γάδαροςπου την αππέσσω πάγνην
(1931)
Μας απαντάει κι ο γάϊδαρος απ' το παχνί το μέσα. Για κείνους που παίρνουν τον λόγο, χωρία να τους ανήκη και χωρίς να ξέρουν τίποτα για την υπόθεση...
Απού πειράζει τογ γάδαρον πίννει τες πορκιές του
(1931)
Δηλαδή, όποιος πειράζει ένα πρόστυχο άνθρωπο, θα υποστή και τα επακόλουθα...