Αναζήτηση
Αποτελέσματα 171-180 από 3101
Ο νήλιος, λέ', εκαυκήστηκε bως δεν αφίνει το Μάη χλωρό χόρτο
(1963)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Αμαρτωλός τρώει και κρυώνει
(1963)
Ο αμαρτωλός τρώει και κρυαίνει. Το λένε το χειμώνα όταν κρυώνη κάποιος την ώρα που τρώει
Στη bάdα να περάση τάλοό μου...
(1963)
Λέγεται, όταν προώρως συζητείται κάτι μελλοντικό, σα να πρόκειται να γίνη αμέσως
Άλλος κάνει κι' άλλος βρίσκει
(1963)
Η Άλλοι κάνουν gι' άλλοι βρίσκουσι. Λέγεται όταν φορτώνουν την ευθύνη σε κάποιον ανεύθυνο
Όποιος σκάβγει το λάκκο d' αλλονού, ανοίει τον εδικό dou
(1963)
Δηλ. όποιος επιχειρεί να κάμη κακό σε άλλον, το παθαίνει ο ίδιος
Άλλοτες εψωμοπούλου gαί τώρα ψωμοζητώ
(1963)
Ψωμοζητώ = ψωμαοράζω. Λέγεται όταν ένας ευκατάστατος φτωχέψη, πχ. Άλλοτες ήτονε πρωτοζευγάδισσα και τώρα ζητά 'έννημα να ρίξη των ορνιθιώ τζη. Επά 'δα ταιριάζει το λακριδί, πως άλλοτες εψωμοπούλου. Πρωτοζευγάδισσα = γυναίκα ...
Αλοίς τον πού λείπ' α τό άμο dου
(1928)
Άμο = Γάμο
Άλυτη να τη βγάλουνε σα ντο Μπασαλιφτή
(1928)
Ήτανε θαρρώ ένας γέρος που τον λέγανε Πασαλιφτή και δεν έλυωσε όταν πέθανε. Κι' ύστερα από χρόνια που τον βρήκανε, για να μετανοή ο κόσμος (πιστεύουνε τυφλά στον αφορισμό) τον πήγανε και τον στήσανε στην αυλή της Παναγιάς ...