Αναζήτηση
Αποτελέσματα 75811-75820 από 75974
Η γεναία έβαλεν τόδ δειάολον μέσ΄ το κουζίν
(1940)
Η πονηρά γεναίκα ξεγελά και τον διάβολον. Λέγεται επί γυναικών παμπνήρων. Κάποτε ο διάβολος εσκανδάλεψε τα παιδιά γυναικός η οποία δια να απαλλαγή τον επείσμοσε λέγουσα ότι δεν δύναται να χωρέση όλος και να κρυφθή εις ένα ...
Ο Μηνάς εμ που μηνά – τους γουννάτους σαιρετά τους τους τσουππάτους προσκυνά τους – τζαι τους ασπροζιμπουνάτους – σούζει τους τζαι πελεκά τους
(1940)
Η μνήμη του αγίου Μηνά, ότε και μεγάλη πανήγυρις παρά την Βάβλα (Λάρνακος), εορτάζεται την 11 Νοεμβρίου , ότε το ψύχος είναι αισθητόν αναλόγως προς την ενδυμασίαν, βαμβακερόν ζεμπούνιν οι πτωχοί, ένδυμα από τσόχαν οι εύποροι ...
Με τον ήλιο τα βγάζω, με το ήλιο τα βάζω, δρόμο δρόμο τα πηγαίνω, σε ξερό λάκκο τα ποτίζω, σε ξερή αγκορνιτσιά τα σταλίζω, τί έχουν τα έρμα και ψοφάνε;
(1949)
Η παροιμία είναι κοινοτάτη. Περί σημασίας δ' αυτής βλ. Λαογρ. Δ' 319 και 745. Άξια προσοχής είναι η επέκτασις αυτής προς επίτασιν της σκωπτικής έννοιας. ΣΤ. Δ. Βάζω = ή τα βοριάζω, Γκόρτσια = η αχλασιά
Τρίτη γεννιέτ' ο όμορφος, Τετράδ' ο αντρειωμένος, Πέφτη ο καλορίζικος, Παρασκευή ο ξένος, Σάββατο ο πραματευτής και Κυριακή ο μπιζάρος
(1952)
Πρόληψη για το χαρακτήρα αυτών που γεννήθηκαν. Ξένος=αυτός που θα ξενητευτή, Πραματευτής=έμπορος γενικά, και κοσμικός τύπος, Μπιζάρος (ιταλ.)=παράξενος, ξεχωριστός
Επήρες κόρην άσσημην: Εν τα γεννητικά της. Εκαμέν το τζ' η μάνα της, έκαμεν το τζ΄η θκειά της
(1940)
Επί πράξεων αξιομέμπτων, ιδία ανήθικων, εχουσών δικαιολγίαν ότι οφείλονται εις φύσει ή εκ κληρονομικότητος διεστραμμένον χαρακτήρα
Βάρdα τζ' εν να περάσ' ο βούς - Τζαί πού ένι; - Να το σσίνι που πάω να τογ γοράσω
(1940)
Δια τους πιστεύοντας ως πραγματικότητα απλάς των ευχάς. Η παροιμία οφείλεται εις παραμύθιν καθ΄ο ένας τρελλός, που ήθελε να αγοράση βούν, παρεμέριζε τους διαβάτας δια να περάση το βώδι του που έμελλε να αγοράση
Όπ' έχει γυιο μοναχογιό το Μάϊ να μη σύρη τον Άγουστο να μην πλυθή α θέλει να τση ζήση
(1959)
Λέγεται, όταν κατά τους μήνες Μάϊ και Άγουστο δεν επιτρέπεται το σύρσιμο του παννιού, διότι το 'χουν σε κακό
Ο άναργος κι ο γλήγορος αντάμα γιοματούνε
(1926)
Άναργος ενταύθα έχει την σημασίαν του βραδύς, “γλήγορος” δε του ταχύς. Παρεμφερής η παροιμία προς την των αρχαίων: “Σπεύδε βραδέως” με σχέσιν αιτίου και αποτελέσματος. Δηλαδή και ο ταχύς και ο βραδύς θα φτάσουν συγχρόνως ...
Σ' εγύρευα με το κερί και σ' ηύρα με τον ήλιο
(1926)
Επί των ανελπίστως συναντώντων τινά, προ πολλού επιμόνως αναζητούμενον, ή επί των επιτυγχανόντων εφετόν τι απροόπτως και ακόπως