Αναζήτηση
Αποτελέσματα 501-510 από 538
Τα τουβάρεα πά ωτία έχνε
(1881)
Τουβάρ = τοίχος
Ωβγόν γλύν'
(1881)
Επί εκείνων οίτινες λέγονται ισχυροί σκωπτικής
Φουτή που θα πας; Σ σο όμνισμον και 'ς σο όρκισμον
(1881)
Κλάσμαν που θα πας; Σ σο γέλος και σοι χαράν
Ομπρός είμαι γέροντας, οπίσω νεούτσικος, βρέφος σάν τό πουλί τής Αθηνάς – σοβαρό γέρικο ομπρός οπίσω ωρά μικρή, ασκόπουλο
(1889)
Τά έλεγεν εις Αθήνας όταν ήλθεν από τό Ναύπλιον καί ελογάριαζε παίζοντας τούς μήνας του, ως νά είχε γεννηθή όταν εξεφυλακίσθη από τό Παλαμήδι
Αβάπτιστον [άνθρωπον] [κορμίν] 'ς τον παράδεισον κι πάει
(1881)
Ερμηνεία: Επί εναρέτου Μωαμεθανού περί ου λέγει τις ότι θα υπάγει εις τον παράδεισον
Η γραία έμαθεν αβράκωτος και βρακωμέντσα ντρέπεται
(1881)
Ερμηνεία: Επί των συνειθισμένων εις πενιχρά ενδύματα και εντρεπομένων να φαίνωνται φορούντες νέα
Η σελα τς τσερισμένον εν
(1881)
Ερμηνεία: Επί γυναικός αναισχύντου και εις τα Αφροδίσια επιρρεπους
Εύκαιρον σακκίν ολόρθα κι στεκ'
(1881)
Ερμηνεία: Επί πεινώντος και μη δυναμένου να περιπετή ή εργάζηται