Αναζήτηση
Αποτελέσματα 3071-3080 από 3150
Ό,τι θές άdρα μου, κι απέκειο τρώμε
(1963)
Λέγεται σαν αστείοι, αντί του απλού: “Ό,τι θές”, αλλά που δείχνει συγχρόνως και τη δική μας προτίμηση
Ακλουθά μου ο πίθος κι ο ροός και φαίνομαι καματερός
(1963)
Ροός=είδος στέρνας για αποθήκευση των δημητριακών
Ένα dι θα κάμη κανείς ν' ακουστή
(1963)
Παραδείγματος χάρη: “Δουλειά ήτονε τώρα 'φτη να πάη να τρϋά τ' αbέλια των ανθρώπω να τόνε πιάσουσι να ενή ρεζίλι; -Μα ένα d' εδά θα...” Di=τι, κάτι, ν' ακουστή=να γίνη γνωστός, d' εδά=λέγεται ειρωνικώς εδώ
Σα gαμ' Απρίλης δυο νερά κι ο Μάης μια bορίτσα, να δής κουλούρια σταυρωτά που κάνου dα κορίτσα
(1963)
Κουλούρια σταυρωτά = σχήματα κουλουριών με περισσότερες από μια τρύπες
Ιά τη χάρη τσ' Ευγαgελίστρας πρέπει ν' αοράσης ψάρι να φας, κι α δεν έχης ν' αοράσης, να κλέψης να φας. Α δε bορης να κλέψης, νάβρης μες στη ρύμνη ένα gοκκαλάκι να το γλείψης
(1963)
Δηλαδή, επιβάλλεται την ημέρα του Ευαγγελισμού να φας ψάρι
Να 'δα κείνος πούριχτε dα σκαμνιά dωνε κάτω 'ια να βρίσκη αφορμή να σκοτώνη τη 'υναίκα dου
(1963)
Ερμηνεία: Λέγονται για αναιτιολόγητη γκρίνια
Όποιος έχει τα δυύ dου μάθια, αοράζει 'έννημα, κι' όποιος έχει τόνα, αοράζ' αλεύρι, κι' όποιος είναι στραβός, αοράζει ψωμί
(1963)
Δηλαδή, το οικονομικώτερο είναι ν' αγοράζη κανείς σμιγό, λιγώτερο οικονομικό ν' αγοράζη αλεύρι και ακόμη λιγώτερο ν' αγοράζη ψωμί
Να πας μ' έναν αφεdικό που να μη φορή ούννα, ιά να βάλης κι' εσ' αbά.Άμα bάς μ' έναν αφεdικό και φόρ' αbά, είdα να βάλης εσύ;
(1963)
Αbά=ρούχο ευτελές, χοντροφτιαγμένο. Δηλαδή πρέπει να εργάζεσαι κοντά σε πλούσιο για να αμοίβεσαι ικανοποιητικά.
Εγλυκάθην η γρϊά τα σύκα κι' όλη μέρα τανεζήτα
(1963)
Ερμηνεία: Λέγεται όταν συνηθίση κανείς κάτι ευχάριστο κι' όλο το ζητά ή το θέλει. Λέγεται και μόνον ο πρώτος στίχος, τανεζήτα= τα αναζητούσε, τα επιθυμούσε. Ίσως αναφέρεται και σε ερωτική επιθυμία