Αναζήτηση
Αποτελέσματα 251-260 από 1248
Έμη σκόρδο, έμη κρεμμύδι!
(1963)
Δηλαδή και το ένα και το άλλο, δεν φτάνει το ένα παρά και το άλλο, δεν φτάνει που... αλλά και..., Π.χ. “Χμ! Και καφέ και γλυκό μου φέρνεις; Έμη σκόρδο, 'δα, έμη κρομμύδι!” “Δε σώνει εδά που τον ήβρισε, μόνου του τσ' ήδωκε gιόλα, “Έμη σκόρδο 'δα, έμη...
Επόμεινε σα dο Ίάννη στη μεθύρα
(1963)
Δηλαδή, έμεινε έκθετος...
Π.χ. “Τώρα, να κάνω κανένα ρουχαλάκι του Ιώργη μου τα του Ευαγγελισμού και να μη bροφτάξω να το τελειώσω, λε, επόμεινεν ο καμένος Γιώργης, σα dο Ιάννη στη μεθύρα”...
”Ήτονε, λέει, κανένα bαιδί κι΄εδιάηκε να πιάση ουκ΄απού μέσ΄στη συκομεθύρα κι΄είχε λια η συκομεθύρα μέσα κι΄ήσκυψε bολύ και πάει μέσ΄στη μεθύρα κι έκανα dα ποδαράκια d; απάνω, κι ευρεύγα dο και δε dο ΄βρίσκανε κι εκατέβησα gαι κάτω στο κατώι και...
Μεθύρα=κιουπί, Συκομεθύρα=κιουπί για ξερά σύκα, Λία=λίγα, Στη μεθύρα=από ανέκδοτη συλλογή μου...
Π.χ. “Τώρα, να κάνω κανένα ρουχαλάκι του Ιώργη μου τα του Ευαγγελισμού και να μη bροφτάξω να το τελειώσω, λε, επόμεινεν ο καμένος Γιώργης, σα dο Ιάννη στη μεθύρα”...
”Ήτονε, λέει, κανένα bαιδί κι΄εδιάηκε να πιάση ουκ΄απού μέσ΄στη συκομεθύρα κι΄είχε λια η συκομεθύρα μέσα κι΄ήσκυψε bολύ και πάει μέσ΄στη μεθύρα κι έκανα dα ποδαράκια d; απάνω, κι ευρεύγα dο και δε dο ΄βρίσκανε κι εκατέβησα gαι κάτω στο κατώι και...
Μεθύρα=κιουπί, Συκομεθύρα=κιουπί για ξερά σύκα, Λία=λίγα, Στη μεθύρα=από ανέκδοτη συλλογή μου...
Να τρώς και να γλύφης τα δαχτύλια σου
(1931)
Λέμε όταν είναι κάτι καλό στην γεύση
Όποιος φυλάει το νουdά, τρώει και το τσουρβά
(1963)
Ερμηνεία: Όποιος βοηθά κάπου, συχνάζει κάπου, κάτι θα ωφεληθή, θα προτιμηθή από άλλους
Κρίμας τα δώδεκα ψωμιά και τσι σαράdα τσίροι...
(1963)
Λέγεται όταν κάμης έξοδα χωρίς απόδοση
Πάω να πω και λέσι μου
(1963)
Λέγεται όταν διηγείσαι τα βάσανά σου σε κάποιον, που κι' εκείνος σου λέει τα δικά του κατά πολύ βαρύτερα
Άκουε και μη μιλής να περνάς χρουσό gαιρό
(1963)
Δηλαδή το καλύτερο είναι να είσαι στις συζητήσεις σου επιφυλακτικός
Που ταχυνοφάην και μικροπαντρευτή ποτέ δε μετανοιώνει
(1928)
Ταχυνοτρώω = τρώω πρωΐ