Αναζήτηση
Αποτελέσματα 211-220 από 707
Ο γοντσής σου άρ να ιενί ο τ' εσίπ σου, ο Θϊός να 'ινεί ο γιατρός σου
(1951)
Ο γείτονας σου αν τύχει και γίνει ο εχτρός σου, ο Θεός να γίνει ο γιατρός σου. Το κακό που μπορεί να κάμει ο γείτονας, μονάχα ο Θεός μπορεί να το γιατρέψει....
Ξεπέλ' σε 'Εζ Γιώργης τ' αβγό του σο τσαΐρι. Ξαπόλυσε ο Άι -Γιώργης τ' άλογο του στο λιβάδι
(1951)
Από τ' Άι -Γιρωργιού, 23 Απριλίου, οι Φαρασιώτες ξαπολούσαν στα λιβάδια τ' άλογα και τ' άλλα τους χοντρά ζώα για βοσκή. Από τότε κολακαίρευε...
Το σπίτι πομέν΄ισούζι, το ρουσί ισούζι τζο πομένει
(1951)
Ερμηνεία: Το σπίτι μένει άδειο, το βουνό άδειο δεν απομένει. Είναι ευκολότερο να είμαστε μόνοι μέσα σ΄ένα σπίτι, παρά έξω στο ύπαιθρο. Και στο βουνό ακόμα μπορεί να μας ακούσει ένα αυτί. Γι΄αυτό δεν πρέπει να φωνάζουμε τα μυστικά μας...
Ό,τι 'α δώζ' μό τα σέρε σου, ατσείνο 'α υπά' νdάμα σου
(1951)
Ό,τι θά δώσεις με τα χέρια σου, εκείνο θά πάει μαζί σου. Οι ελεημοσύνες είναι το καλύτερο εφόδιο του ανθρώπου πού πεθαίνει. Όπως λένε και στήν Εκκλησία (Ακολουθία νεκρώσιμος εις ιερείς): Αν ηλέησαν, άνθρωπε, άνθρωπον, αυτός μέλλει εκεί βοηθήσαί σοι...
Πώζ με δώστες σά σέρε μου, τσαί πά 'α νίψω σή χαραή μου;
(1951)
Τι μού έδωσες στά χέρια μου και τι να νίψω στό πρόσωπό μου; Όταν μας δίνουν κάτι πολύ λίγο, π.χ. Νερό ή άλλο, που δεν φτάνει στίς ανάγκες μας...
Πιρμή με δώσ' άν οκούτι, θέκνεις άν gοσάς σόν gώ μου
(1951)
Πρίν να μού δώσεις μιά συμβουλή, μού βάνεις έναν σπανό (πέος) στον κώλο μου. Κάνεις τάχα πώς με συμβουλεύεις, μά με τορπιλλίζεις και σύ δόλια...
Του σπιτού τ' όργον σο ρουσί τζο ουτϊέ, του ρουσού τ' όργο σο σπίτιν τζο ουτϊέ
(1951)
Του σπιτιού η δουλειά στο βουνό δεν ταιριάζει, του βουνού η δουλειά στο σπίτι δεν ταιριάζει. Ερμηνεία: Εκείνο που γίνεται στη μιά περίπτωση, δε μπορεί να γίνει και στην άλλη...
Νά νά΄ς ψωμί, ΄ά νάρτει κονdά σου να μή νά΄ς, τζο ΄ρτσεται
(1951)
Αν έχεις ψωμί, θα ΄ρθει κοντά σου, αν δεν έχεις δεν έρχεται. Όσο έχει κανείς λεφτά, έχει και φίλους – Λεβ. 74...
Ατσείνο το βένετο το 'ίδι ότις τα θωρεί, λέτι: η τσοιλία του 'έμει άλειμμα
(1951)
Εκείνο το γαλάζιο γίδι όποιος το βλέπει, λέει: η κοιλιά του είναι γεμάτη βούτυρο...
Όταν λογαριάζουμε για πλούσιον έναν από το ντύσιμό του, ενώ είναι φτωχός. Δεν πρέπει να κρίνουμε από ό,τι φαίνεται. (Δες και την επόμενη)...
Όταν λογαριάζουμε για πλούσιον έναν από το ντύσιμό του, ενώ είναι φτωχός. Δεν πρέπει να κρίνουμε από ό,τι φαίνεται. (Δες και την επόμενη)...
Ές παράδε; ά πείς κρασί. Τζό 'σεις παράδε; βερεσέ κρασί μή πίν. Ά ήμερα 'ά δώσ' τά παράδε δύο φορέδες
(1951)
Έχεις παράδες; θα πιείς κρασί. Δέν έχεις παράδες; βερεσέ κρασί μήν πίνεις. Μια μέρα θά δώσεις τούς παράδες δυο φορές. Δηλαδή θα πληρώσεις κι εκείνο που χρωστάς, θα πληρώσεις και κείνο που θα πιείς...