Αναζήτηση
Αποτελέσματα 61-70 από 708
Μοναχός του του ξειά, τζο κλαίει
(1951)
Μοναχός του όποιος πέφτει, δεν κλαίει
Σαγιργϊέναν dα 'τία μου
(1951)
Κουφάθηκαν τ' αφτιά μου. Όταν οι άλλοι φωνάζουν πολύ. - Ποντ. Δ.Π. Αρ. 113: Εκώφωσες τ' ωτία μ'.
Ές γρούσε ; ες τασί μέ(γο) γουώσσα
(1951)
Έχεις γρόσια ; έχεις και μεγάλη γλώσσα
Τσάπου τζο σπέρει, θερίζει
(1951)
Όπου δε σπέρνει, θερίζει
Τσάπου τζο σπειραίνουν σε, μη φυτρών'
(1951)
Όπου δε σε σπέρνουνε μη φυτρώνεις
Τάημισα κλαίν, τάημισα γϊάν
(1951)
Άλλοι κλαίνε και άλλοι γελούν
Τζο γρέφ' τον τζεχρέ σου 'υρέφ' να παγάσ' σην bαναΐα α γομάρ'ν ξύα!
(1951)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Πασχά έρdα τα ράσα, πασχά έρdα ο παπάς
(1951)
Πάσχα = αλλού
Το σον dο κατζί εν στσυλλού κουάσιμο
(1951)
Ο λόγος σου είναι σκυλιού κλάσιμο
Σο π'εζόν dο πιθάρι μη κουάν'
(1951)
Στ' αδειανό πιθάρι μην κλάνεις