Αναζήτηση
Αποτελέσματα 661-670 από 708
Ο Θεός σα ψεά τα ρουσία κονdα το σόνι
(1951)
Ο Θεός στα ψηλά βουνά ρίχνει το χιόνι
Έσει ο Θιός α θύρι να στσεπάσει, α θυρί να νοίξει
(1951)
Έχει ο Θεός μια πόρτα να κλείσει, μια πόρτα ν' ανοίξει
Η γουώσσ 'στον τζο 'σει τσάπου 'υρεύ 'υριζει
(1951)
Η γλώσσα κόκκαλο δεν έχει όπου θέλει γυρίζει
Ο γοντσής σου άρ να ιενί ο τ' εσίπ σου, ο Θϊός να 'ινεί ο γιατρός σου
(1951)
Ο γείτονας σου αν τύχει και γίνει ο εχτρός σου, ο Θεός να γίνει ο γιατρός σου. Το κακό που μπορεί να κάμει ο γείτονας, μονάχα ο Θεός μπορεί να το γιατρέψει.
Α πομείν' το παχάρι, α πομείν' την άνοιξη, α πομείν' το μαθόπωρο το σειμώ που α υπάς; Α κωσ' πάλι σε μας α να ρτεις
(1951)
Ερμηνεία: Θα κάμεις υπομονή την άνοιξη, θα κάμεις το καλοκαίρι, θα υπομείνεις το φθινόπωρο, το χειμώνα που θα πας; θα γυρίσεις, θα γυρίσεις, πάλι σε μας θε νάρθεις
Τσάπου τζο ίνεται γαπούλι η ευσή σου, μη εξούσαι σον άνεμο
(1951)
Ερμηνεία: Όπου δε γίνεται δεχτή η προσευχή σου, μην προσεύχεσαι τ΄ανέμου (μάταια)
Το 'ρνίθι, φότεζ εν 'ρνίθι, πίνει νερό, τσαί γρεύει πανουφόρου το Θεό
(1951)
Η κότα, που είναι κότα, πίνει νερό και κοιτάζει ψηλά το Θεό
Το σπίτι πομέν΄ισούζι, το ρουσί ισούζι τζο πομένει
(1951)
Ερμηνεία: Το σπίτι μένει άδειο, το βουνό άδειο δεν απομένει. Είναι ευκολότερο να είμαστε μόνοι μέσα σ΄ένα σπίτι, παρά έξω στο ύπαιθρο. Και στο βουνό ακόμα μπορεί να μας ακούσει ένα αυτί. Γι΄αυτό δεν πρέπει να φωνάζουμε τα ...
Το στσυλλί πήε σο παθινί, πνώνει νε ατσείνος τρώ' νε τ' αβγό 'φήνει να φά'
(1951)
Ερμηνεία: Το σκυλί πήγε στο παχνί, κοιμάται, ούτ' εκείνο τρώει ούτε το άλογο αφήνει να φάει
Ό,τι 'α δώζ' μό τα σέρε σου, ατσείνο 'α υπά' νdάμα σου
(1951)
Ό,τι θά δώσεις με τα χέρια σου, εκείνο θά πάει μαζί σου. Οι ελεημοσύνες είναι το καλύτερο εφόδιο του ανθρώπου πού πεθαίνει. Όπως λένε και στήν Εκκλησία (Ακολουθία νεκρώσιμος εις ιερείς): Αν ηλέησαν, άνθρωπε, άνθρωπον, αυτός ...