Αναζήτηση
Αποτελέσματα 581-590 από 708
Γλείφει τα τάττε του ανdί 'ρκούδι, να βgεί σην άνοιξη
(1951)
Γλείφει τις πατούσες του σαν αρκούδα, για να βγεί στην άνοιξη
Άν κάμη ΄ναίκα, σωστού να ράψει α ίταίρι τσαί α ιμάτι, ο Πάσκαζ ά να ΄ρτει τσαί α δεβεί
(1951)
Μιά κα΄κη γυναίκα, ώσπου να ράψει ένα σώβρακο κι ένα πουκάμισο, η Λαμπρή θε νάρθει και θα περάσει. Τόλεγαν και έτσι : Άν bασαρμάζ ΄υναίκα, σου να ράψει το ιταίρι τσαί το ιμάτι, εγώ Πάσκας μbαίνει τσαί βgαίνει. Λεβ. 7
Σ τού Βαρασού το χώμα τζουτζί τζο 'ίνεται – Από του Βαρασού βάζο δε γίνεται
(1951)
Το φαρασιώτικο χώμα δεν έκανε γι' αγγειοπλαστική. Τη φράση την έλεγαν αλληγορικά, επειδή δε βγήκε ποτέ από το χωριό ένας άξιος άνθρωπος, άρχοντας ή επιστήμονας, που να κάνει καλό στον τόπο. Ο μόνος, λέει, που θυμούνται ή ...
Ό,τι σε λέν, 'τι μη κρους ̇ να μη τα μbάσ' σην τζάπη σου, κανείνα μημ bιστεύ'
(1951)
Ό,τι σου λένε, μην ακούς, αν δεν τα βάλεις στην τζέπη σου, κανένα μην πιστεύεις
Το τσένdικο κόντσεν dα σο νερό
(1951)
Το τσουλί τόριξε στο νερό
Να φτσαιρέσω το 'μόν dο τσουφάλι, να εμώσω το σον dο τσουφάλι
(1951)
Ν' αδειάσω το δικό μου κεφάλι, να γεμίσω το δικό σου
Κόρη μου, λέγω τα σέναμ νυφίτσα μου, νdα πάρ' συ!
(1951)
Κόρη μου, τα λέω εσένα, νύφη μου, να τα πάρεις εσύ
Ο ζευγαράτ΄ υρεύει βρέδη, ο κουμνάτ΄ υρεύει ξερά
(1951)
Ο ζευγάς γυρεύει βροχή, ο στάμνας γυρεύει ξερασιά. Ο μύθοε λέει : Μια φορά ήτανε δύο αδέρφια· ο ένας είχε χωράφια, ο άλλος έφτιανε κανάτια. Ο ένας παρακαλούσε το Θεό να βρέξει· ο άλλος δεν ήθελε, γιατί είχε τα σταμνιά του ...
Το περτσόν dο μbούτσι την τζοιλία σου τρυπά;
(1951)
Σημείωση: Η περισσή μπουκιά τρυπά την κοιλιά σου;
Τόϊνα καφτούσαν τα γένε του, τ' άβου πάλι πααίνκε να 'νάψει το γαλϊόνι
(1951)
Ερμηνεία: Όταν κανείς γυρεύει να κερδίσει από του άλλου τη συμφορά