Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1-10 από 199
Απού λουλλόν και μεθυσμένον μαθθαίνεις την αλήθεια
(1941)
Οί αρχαίοι έλεγον : “Εν οινώ αλήθεια, και οίνος και παίδες αλήθεια, και τα εν τη καρδία του νήφοντος εν τη γλωττή του μεθύοντος” Και ο Θεοτόκριτος (ΚΘ1) “ Οίνος, ω φίλε παί, λέγεται και αλάθεια κάμμες χρή μεθύοντας αλαθίας έμμεναι”...
Αθθυμήσου του λαού και πιάσ΄ τ΄ αυτιά σου
(1941)
Λέγεται διά τους εμφανιζομένους απροόπτως επί τη αναμνήσει αυτών. Οι αρχαίοι έλεγαν “σι και λύκου εμνήσθης” ο δε Σουϊδας ερμηνεύων λέγει “λέγεται επί των ων αν μνησθήτις και ευθή πραγινομένων)...
Που γυρίννει μυρίννει
(1941)
Όστις γυρίζει δηλαδή κινείται, ταξιδεύει, εκείνος και κερδίζει και διδάσκεται και γίνεται επομένως αγαπητός. Τουναντίον ο μη κινούμενος, ο νωθρός και οκνηρός δεν μυρίζει δεν προσελκύει δηλ. Την αγάπην και την συμπάθειαν...
Όπου δόξα και παντιέρα, δέξου κη τουν κυρ Νικόλαν
(1941)
Ο πανταχού παρών και εις πάσαν εορτήν απρόσκλητος προσερχόμενος...
Κη τα πιθύμιουν είδα τα, και τα 'θελα εκαμά του
(1941)
πιθύμιουν= όσα επιθυμούν, ερμηνεία: λέγεται διά τον επιτυχόντα και απολαύσαντα παν ότι επεδίωξε...
Γάλαν και μέλιν τρέχ' απού την ιγλώσσαν του
(1941)
Λέγεται δια τους ευφραδείς ρήτορας, αλλά κυρίως δια τους φιλοφρόνως υποδεχομένους τινά
Εφαάμουν μαζήν ψουμίν κή άλας
(1941)
Λέγεται δια τάς στενάς και από μακρού χρόνου φιλικάς σχέσεις . Και οι αρχαίοι έλεγον, 'μέδημνον αλών συγκατεδηδοκότες” και άλας και τράπεζαν μη παραβαίνειν, κλπ...
Η ζουή χαν ένερον πιρνά και φεύγει
(1941)
Ένερουν = όνειρον
Εν τη απαλάμη και ούτω βοήσωμεν
(1941)
Μόνον όταν μετρηθή το χρήμα εις την παλάμην, θα συγκατανεύσωμεν