Αναζήτηση
Αποτελέσματα 51-60 από 124
Άδραχτος, μονάδραχτος, μιά είν' η δικατιά του
(1940)
Ήταν μια οκνηρή γυναίκα. Η γι' αdρας της της πήγε μαλλί νάχει να κάνει. Αυτή τα πούλεσε κι' έκανε το ίδιο πάντα. Όταν ήταν μπροστά γι' άdρας της έκανε πως δουλεύει κείνος έλεγε: Γρίζα θάχη καμωμένα έβγαλε η κυβέρνηση διαταγή ...
Άδραχτος, μονάδραχτος, τι θάν' η δικατιά του
(1940)
Ήταν μια οκνηρή γυναίκα. Η γι' αdρας της της πήγε μαλλί νάχει να κάνει. Αυτή τα πούλεσε κι' έκανε το ίδιο πάντα. Όταν ήταν μπροστά γι' άdρας της έκανε πως δουλεύει κείνος έλεγε: Γρίζα θάχη καμωμένα έβγαλε η κυβέρνηση διαταγή ...
Αφίστε πια τ' αδιάντροπα, και πα' στο μ'νι ας πούμι
(1940)
Από αποκριάτικο στίχο, ερμηνεία: ΄ταν λέη κανείς τάχα πως αφίνει κάτι κ' ξανάρχεται στο ΐδιο
Βρέχει βρέχει και χιονίζ' και τα μάρμαρα ποτίζ'
(1940)
Το λενε τα παιδιά σα βρέχ'
Ποτές να μη μπιστεύης σι κούκο κι κλοχερέλ' σα δε λαλήση τζίτζιρας δεν είνι καλοκαίρι
(1940)
Παροιμία που εκτός από την κυριολεξία της τη λένε σε περίπτωση που δεν επιτρέπουνε πολλή εμπιστοσύνη
Τότε ήdαν χαμ'λός ουρανός, τώρα ψήλωσε
(1940)
Δηλαδή άλλα χρόνια είχε ευτυχία
Και το πεπέρ' καλό είνι
(1940)