Αναζήτηση
Αποτελέσματα 51-60 από 124
Θέλ' να του τα πω με την οξεία
(1940)
Δηλαδή σα γραμματισμένος, με ακριβολογία και προσοχή
Τ' αν'μψού, που μ' ράζιν το γάλα
(1940)
Η βράσις ως απάντησις σ' όσους αδημονούν και ρωτού το πότε για κάτι, που δεν θα τους γίνη. Π.χ. : -Πότε θα μασ φέρη τα κυδώνια; - Τ' ανιμψού, που μοιράζιν το γάλα
Βάγια Βάγια τω Βαγιώ, τρώνε ψάρια και κολιό, ως τεν άλλη Κυριατσή του μαμά κι του τσιτσί
(1940)
Μαμά = ψωμί, τσιτσί = πασχαλινό κρέας
Να πάς να g' bηγ' ς σ' ένα π' φορά γούννα αλλιώς θα πάριν και το καποτέλ' σ
(1940)
g' bηγ'ς = ν' ακκουμβήση, να ζητήση προστασία
Αφίστε πια τ' αδιάντροπα, και πα' στο μ'νι ας πούμι
(1940)
Από αποκριάτικο στίχο, ερμηνεία: ΄ταν λέη κανείς τάχα πως αφίνει κάτι κ' ξανάρχεται στο ΐδιο
Βρέχει βρέχει και χιονίζ' και τα μάρμαρα ποτίζ'
(1940)
Το λενε τα παιδιά σα βρέχ'