Αναζήτηση
Αποτελέσματα 181-190 από 1158
Αρώτησαν το αλάφι γιατί έσει το ζινίσιν του χοντρόν τζ' είπεν : Γιατί κάμνω τες δουλειές μου μονηχόμ μου
(1940)
Όταν η εργασία εκτελείται από τον αμέσως ενδιαφεερόμενον και καλύτερα γίνετια και με ολιγώτεραν στεναχώριαν...
Ο φρένιμος εγίνηκεν του πελλού ισάτζιν
(1940)
Λέγεται δι' όσους επωμίζονται ξένα λάθη και γίνονται γέφυρα να αποφύγωσιν άλλοι ζημίας και επιθέσεις...
Αγγονίστην η κοπριά βρουκάλιν
(1940)
Είναι πλέον δηκτική των προηγουμένων και ειρωνικώς ωμή. Το β(φ)ρουκάλιν, είτε και β(φ)ουρκάλιν είναι δεσμίς σαρώθρου χωρίς σκουπομάνικον...
Πήρεν ο γέρος κατήφορον
(1940)
Το κατήφορον δια τους ηλικιωμένους είναι ολιγώτερον κουραστικόν συνεπώς και εύκολον. Δι όσους φέρονται μετά σπουδής εις λόγους και έργα...
Άθθρωπος άδ δεν εδούλευκε, γεναίκ' αμ μέν εγέννα τζαι βους αδ δεν αλώνευκε ποττέ του εν εγέρνα
(1940)
Η υπερκόπωσις και η εξάντλησις εκ της εργασίας, της εγκυμοσύνης, και οι ψυχικοί συγκλονισμοί καθιστώσι βραχύτερον τον βίον...
Είπεν ο γάδαρος του πετεινού τζεφαλά
(1940)
Ερμηνεία: Επί όσων ενώ έχουσι πολλά και σοβαρά ελαττώματα ονειδίζουσι τους έχοντας ελάχιστα και επουσιώδη...
Τα ρούχα μου εγ γερά. Από το Σαββάτον τζαί Τζερκατζήν τζαί την Δευτέραμ πούντα
(1940)
Ειρωνικώς δια πράγματα και υποθέσεις που είναι σαθραί και επισφαλείς, ενώ το αντίθετον νομίζονται...
Η γυναίκα το μαλλίν, τζ' άθθρωπος το μουστάτζιν, θωρεί το μαντερέβκεται τζ' έσει το για καμάριν
(1940)
Ήτο παρήφανος η κοπέλλα, που είχε χοντρόν βρούλλον, και μακρύν και οι άνδρες καλά στριμμένον μουστάκι...
Επετάχτην η παπουτσα σου
(1940)
Ερμηνεία: Τα μικρότερα φορούσι τα ενδύματα των μεγαλυτέρων παιδιών, αλλά και επί νεωτέρας αγάπης και φιλίας...
Πόθεν να σ΄ αθθυμηθώ αντρούλη μου; Που το μάρμαροσ σαπούνιν, για που το πετσίν χρηάς
(1940)
Επί των φειδωλευομένων, των ακαταστάτων ή και παλαβών. Κατά μύθον τσιγγούνης σύζυγος έφερε εις την μισότρελλην γυναίκα του επίτηδες μάρμαρον αντί σάπωνος και πετσίν αντί κρέατος...