Αναζήτηση
Αποτελέσματα 11-20 από 326
Άσπρη – κάτασπρη δε φελά, μπουχνάτη δεν αξίζει, μελαχρινή και νόστιμη τους νέους περιορίζει
(1952)
Φελώ = αξίζω, μπουχνάτη = παχουλή, ξανθότριχη, περιορίζω = παίρνω το μυαλό, ξελογιάζω
Τση μοναχονοικοκυράς, πρώτο συχέριο η έγνοια της
(1952)
Μοναχονοικοκυρά = που δεν εχε άλλη γυναίκα για βοήθεια, συγχέριο βοήθεια
Όποιος ξαλέθει χαίρεται, κι όπου πιχάει λυπάται
(1952)
Ξαλέθω = τελειώνω το άλεσμα, πιχάψ = (επιψέω) ρίχνω το στάρι στην τρύπα της μυλόπετρας
Δε μπορείς να κρύψης τον ουρανό με το κόσκινο
(1952)
Δεν κρύβεις την αλήθεια με προφάσεις ή συκοφαντίες
Μπαρμπούνι-μπαρμπουνάκι, το καλύτερο ψαράκι
(1952)
Συνηθάνε τη Σαρακοστή και βράζουνε καβούρους με τ' αλάτι
Τα 'χ' η μοίρα μου γραμμένα δεν παράρκεται κανένα
(1952)
Παράρκεται = ξεφεύγει
Όποιος περιμένει απ' αλλουνού σκουτέλλι, ένει νηστικός
(1952)
Σκουτέλλι = βαθύγυρο πιάτο, σα γαβάθα
Το Νοέμβρη νόγα σπέρνε το Δικέμβρη δίκια σπέρνε
(1952)
Η παροιμία παίζει με τις λέξεις νογάω καταλαβαίνω. Τους δυο αυτους μήνες πρέπει να κάνη κανείς προσεχτική και μετημένη σπορά