Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1-10 από 30
Το πουνεντογάρμπι όσο βραδιάζει, ξιδιάζει
(1952)
Πουνεντογάρμπι = άνεμος, αναμεσα πουνέντε (ιταλική δυτικός) και γαρμπή. Φτάνει στον Ελιό περνώντας αναμεσα Ζάκυνθο και Παλική. Όσο βραδιάζει, γίνεται δυνατότερος
Ότα ραΐση το λαΐνι, εράϊσε
(1952)
Λαΐνι = η στάμνα
Στη βράση κολλάει το σίδερο
(1952)
Μια δουλειά πιτυχαίνει, όταν την κάνουμε πάνω στην ευκαιρία
Ως τσή Μισοσπορίτισσας, μισό 'φαγα, μίσο 'σπείρα, μισό 'χω να περάσω
(1952)
Της Παναγίας των Εισοδίων (21 Νοεμβρ.), ο γεωργός έχει μοιράσει σε τρία τη σοδεία της χρονιάς
Μαύρη κότα στην αυλή σου, και γεννήση μη γεννήση
(1952)
Η μαύρη κότα είναι τυχερή
Στον άρρωστο το γιατρικό, στον πονεμένο ο λόγος
(1952)
Λόγος = παρηγοριά
Όποιος μικρός παντρεύεται, βλέπει παιδιά κι' αδέρφια
(1952)
Τα παιδιά του μεγαλώνουν σαν αΔερφια του
Η ελιά θέλει ζουρλό νοικοκύρη
(1952)
Ιδιαίτερα γιά τό κουρούπωμα (κλαδοκόψιμο), πού πρέπει νά 'ναι βαθύ