Αναζήτηση
Αποτελέσματα 21-30 από 38
Έχει Γιούφτου καρδιά
(1918)
Περί της ιτέας προς δήλωσιν ότι τα ξύλα της χωνεύουν στη φωτιά ταχύτερον από τα ξύλα των άλλων δέντρων. Και οι βούλγαρόφωνοι κάτοικοι των περί την λίμνην Γενιτσών χωρίων λέγουσιν ωσαύτως περί ιτέας. Γιούψσκο σέρτσε=γύφτικη καρδιά, και την παροιμίαν...
Βγήκι τ' αυγό να προυμηθέψ' την ορνίθα
(1918)
Περί των συμβουλευόντων σοφωτέρους και πρεσβυτέρους των...
Είναι Γκέκας
(1918)
Περί αυθαιρέτου και βιαίου ανθρώπου...
Ούτι του διαούλου να διής, ούτι κιρί ν' ανάψ'ς
(1918)
Την φράσιν λέγει ο απροσδόκητως και αδίκως υπό τίνος ενοχλουμένος...
Κάθι καρ'δια έχει κι κούφια καρύδια
(1918)
Έκαστος τόπος έχει και κακούς...
Ούλα τα παράξενα κι ου γάμους τη Τιτράδη
(1918)
Περί των ανωμάλως και απροσδοκήτως συμβαινόντων...
Κρέας στήθος, γυναίκα από σόϊ
(1918)
Ήτοι : Αγόρασε κρέας από το μέρος του στήθους, και γυναίκα πάρε εξ ευγενούς οικογενείας. Πιθανότατα η παροιμία προήλθεν εκ της τούρκικης Ετ κόλdάν, καρί σόϊ dάν...
Δεν είδα προυκουπή απ' τα μάτια κι' θα διώ απ' τα φρύδια;
(1918)
Την φράσιν λέγει ο θρηνών επί τω θανάτω υιού, ότε παρηγορούσιν αυτόν υπενθυμίζοντες ότι έχει εγγόνους. Πρβλ. Αρβ. Π. 33 αρ. 234, Μακ. Ημ. 1913 και Λαογρ. Γ΄. 212 μάτια 1...
Άντρας πέρπιρας γαμπρός της αχελώνας
(1918)
Περί των ουτιδανών αλαζονευομένων. Πέρπερας είναι, πιθανώτατα ο πέρπερος (λατ. perperus)=αλαζών, και ουχί ο πλούσιος, ο έχων δηλαδή υπέρπυρα (νομίσματα)...
Στου ζήτουλα μη δείχνης πόρτις αλλά κουμμάτια
(1918)
Περί των συμβουλευόντων αντί να παράσχωσι την αιτουμένην συνδρομήν...
Πρβλ. Πολίτου Παροιμίαι Δ'. 450 διακονιάρης 5 και 7...
Πρβλ. Πολίτου Παροιμίαι Δ'. 450 διακονιάρης 5 και 7...