Αναζήτηση
Αποτελέσματα 251-260 από 737
Ηύρες το νομάτη να πουλήσ' τα κοτίμε
(1951)
Βρήκες τον άνθρωπο να του πουλήσεις κάρδαμα...
Όταν ένας έρχεται να σε συμβουλεύσει τί θα κάμεις, ενώ εσύ τα ξέρεις καλύτερα. Μια φορά λέει, ένας πούλουσε κάρδαμ. Πάει, ρωτάει έναν που καθόταν: Θέλεις κάρδαμα; Εκείνος γυρίζει, του δείχνει το καλάθι του ήταν κι αυτός κοτιμάτης (καρδαματζής) και...
Όταν ένας έρχεται να σε συμβουλεύσει τί θα κάμεις, ενώ εσύ τα ξέρεις καλύτερα. Μια φορά λέει, ένας πούλουσε κάρδαμ. Πάει, ρωτάει έναν που καθόταν: Θέλεις κάρδαμα; Εκείνος γυρίζει, του δείχνει το καλάθι του ήταν κι αυτός κοτιμάτης (καρδαματζής) και...
Σ του Βαρασού το χώμα τσολμέκι τζο βγαίνει τσαί να βγει, 'α τσακωθεί
(1951)
Από του Βαρασού το χώμα σταμνί δε βγαίνει και να βγει, τα τσακιστεί. Οι Φαρασιώτες που ξεκίνησαν να φτιάσουν κάτι στη ζωή τους, δεν το κατάφεραν...
Άσπρον gως, μαύρον gως, α ινεί σο κετζίτιν bαού
(1951)
Ερμηνεία: Για πράγματα που δεν μπορεί παρά να φανερωθούν, όταν έλθει η κατάλληλη στιγμή...
Οι άνθρωποι περνώντας από τα ποτάμια σήκωναν τα ρούχα τους ως τη μέση...
Βλ. και Λαογρ. Γ' 483, Λεβ. 8...
Οι άνθρωποι περνώντας από τα ποτάμια σήκωναν τα ρούχα τους ως τη μέση...
Βλ. και Λαογρ. Γ' 483, Λεβ. 8...
Το πρόσωπό σου γϊά, άμα η τσοιλία σου έμει δεβόλοι
(1951)
Το πρόσωπό συο γελά, αλλά η κοιλιά σου είναι γεμάτη διαβόλους...
Στους διπρόσωπους και κακούς...
Στους διπρόσωπους και κακούς...
Το 'ίδι, αρ να μη ολατίνκε σα τσαλούδε, 'ίδι πάλι τζο λένκαν dα
(1951)
Το γίδι, αν ήταν να μη σκαρφαλώνει στα χαμόκλαδα, δε θα το λέγαν γίδι...
Άμα δεν υπάρχουν κακές πράξεις, δε βγαίνει και κακό όνομα...
Άμα δεν υπάρχουν κακές πράξεις, δε βγαίνει και κακό όνομα...
Λέ τι δανdάρε τζό 'χω, χωρίζει μό τα ξεράδε τσαί τρώ' τα
(1951)
Λέει, δόντια δεν έχω, χωρίζει όμως τα ξερά και τα τρώει. Για κείνους που καμώνονται τον ανήμπορο, καταφέρνουν όμως μιά χαρά αυτό πού θέλουν. Πόντ. Δ.Π. 85: Δόντα 'κ' έχ' άμα κερέτζα μασά...
Την εβή έν ημέρα του Έζ Γιώργη 'χαμνίζει τ' άβgo του σο τσαΐρι '
(1949)
Αύριο είναι η μέρα του Άη Γιώργη, παρατάει τ' άλογό του στο λιβάδι, έλεγαν. Η γιορτή τ' Άι Γιώργη, από τις πιο κύριες γιορτές της άνοιξης, ήταν στα Φάρασα συνδυασμένη με πολλά λατρευτικά έθιμα και δοξασίες....
Το Χορτόη χορτανίσκουν του νοματού τα 'φτάλμε
(1949)
Χορτόη ονόμαζαν τον Ιούνη. Τον Ιούνη χορταίνουν τα μάτια του ανθρώπου, έλεγαν, γιατί τότε είχαν πολλή πρασινάδα και λουλούδια...
Τ' άβγα μο τ' άβγα καταχτούνε, 'ναμεσα ψοφά το γαϊριδι
(1951)
Τ' άλογα με τ' άλογα κλοτσάνε, ανάμεσά τους ψοφά το γαϊδούρι
Ο κόσμος βίτεψεν gως, μεις μο του 'α ειπούμ' dι “τσούς” στήκνεται;
(1951)
Ο κόσμος πέταξε κώλο (πήρε τον κατήφορο), μεις με το να του πούμε “τσους” (όπως στα γαϊδούρια) στέκεται;. Τόλεγαν σε κείνους, που όλο γκρίνιαζαν πως η νέα πλάση πήρε κακό δρόμο