Αναζήτηση
Αποτελέσματα 41-50 από 111
Έψιμα πουλτσά, κοράκου βρώμα
(1934)
Ερμηνεία: Τα βραδέως εκκολαπτόμενα ορνίθια δεν προφθάνουν να μεγαλώσουν και να γίνουν ανεξάρτητα, ώστε ευκόλως γίνονται βορά των κοράκων...
Το Σάατον αρτίνευγε τσαί ποτέ μη ξετελεύγης
(1932)
Πρόκειται και εδώ περί κοπής ενδυμάτων κατά τας εν ισχύϊ προλήψεις...
Αρτσίνευγε = αρχίνευγε, άρχιζε...
Αρτσίνευγε = αρχίνευγε, άρχιζε...
Έχει τσ' ο σκύλλος σπίτι;
(1932)
Ερμηνεία: Επί του αλητικόν και παρασιτικόν βίον διάγοντος...
Πέρδικα απόσπερα τσαί λαός απόθερα
(1934)
Κυνηγετική ρήσις καθ΄ ην η πέρδικα είναι κατάλληλος διά βρώσιν μετά την σποράν του έτους, ο δε λαγός μετά το θέρος. Εις τας εποχάς αυτάς το θήραμα είναι παχύ και εύγεστον...
Τον οχτρόσ σου με την αλήθεια
(1934)
Ερμηνεία: Όχι μόνον προς τους φίλους αλλά και προς τους εχθρούς μας πρέπει να συμπεριφερώμεθα τιμίως...
Τσασ σ' απαντήξη πειρασμός, γέξου το τσαν αγιασμό
(1934)
Όταν περιπέση τις εις απροσδόκητα δεινα δέον να μη χάση το θάρρος αλλά να προσπαθήση να εξέλθη του κακού μετά αταραξίας και αισιοδοξίας αγωνιζόμενος...
Τσηπουρέ τσ' αμπελουργέ μου, μήνας είτ' το διώμα σου!
(1932)
Του κηπουρού και του αμπελουργού η λόγω των προϊόντων του υπερηφάνεια (δίωμα = ιδίωμα, ιδεί(ν) = καμάρο) είναι ολιγόχρονος...
Μεταφορικώς επί των καυχωμένων δια πρόσκαιρον ευτυχίαν...
Μεταφορικώς επί των καυχωμένων δια πρόσκαιρον ευτυχίαν...
Βουάς του που ΄έν έχει νύχια να ξυστή τσ΄ αλιμένει να το ξύσου άλλοι
(1934)
Έκαστος οφείλει να φροντίζη περί εαυτού και να μη αναμένη την σωτηρίαν του παρ' άλλων...
Βουάς του = ουαί...
Βουάς του = ουαί...
Τολ λωλλόν ερδινιάζεις, τοθ Θεόν ατιμάζεις
(1934)
Αι προς παράφρονα παραινέσεις είναι μάταιαι και συγχρόνως ασέβεια προς τον Θεόν, όστις τον έκαμε τοιούτον προς τιμωρίαν των αμαρτιών του...
Πάαινε μ΄ ένα που ΄χει καπόττα, να κάμης τσαί σου αμπά
(1934)
Αι σχέσεις και συναναστροφαί μετά των ανωτέρων σου είναι πρόξενοι αγαθών...
Αμπάς = ανδρικόν γελέκι χωρίς μανίκια...
Αμπάς = ανδρικόν γελέκι χωρίς μανίκια...