Αναζήτηση
Αποτελέσματα 71-80 από 255
Τα π' λιά μι τα χέρια
(1939)
Σημαίνει επιτηδειότητα και μεγάλην αξίαν...
Ελέγετο η παροιμία αυτή εις ένδειξιν περιφρονήσεως...
Δηλαδή και τα πουλιά με τα χέρια να πιάνη ακόμη δεν πρόκειται να τον λάβη υπ' όψιν και να τον εκτιμήση...
Ελέγετο η παροιμία αυτή εις ένδειξιν περιφρονήσεως...
Δηλαδή και τα πουλιά με τα χέρια να πιάνη ακόμη δεν πρόκειται να τον λάβη υπ' όψιν και να τον εκτιμήση...
Θαλά καούνε δυό σπίτια, κάηκε ένα
(1938)
Ερμηνεία: Θα εκαίοντο δηλαδή δυό οικογένειαι και εκάη μία...
Περί συνοικεσιών, όπου ο σύζυγος και η σύζυγος ήσαν δύστροποι και κακοί...
Περί συνοικεσιών, όπου ο σύζυγος και η σύζυγος ήσαν δύστροποι και κακοί...
Η κ'λιά παναθύρια δεν έχι
(1939)
Όσα και να φάγη κανείς δεν φαίνονται και συνεπώς δεν ειμπορούν να τον εκτιμήσουν οι άλλοι, εαν δεν θα ιδούν και διαφορετικά την προκοπήν του...
Απλών' του ζνάρ' τ' για καβγά
(1936)
Για τους φιλέριδες που ζητούσαν αφορμή για να τσακωθούν. Εκτός δηλ. που είναι πρόθυμος να βιοπραγήση με τα χέρια του και να προκαλέση φιλονεικίες με τα λόγια του, απλώνει και το ζωνάρι του γι ανα θίξη τους άλλους και να τσακωθή μαζί τους...
Για μας στέρεψ η θάλασσα
(1938)
Όταν αλλεπάλληλοι ατυχίαι εμάστιζον τινα και εξηφανίζοντο και αι πλέον πιθαναί περιπτώσεις εεπιτυχίας ελέγητο όμως και όταν δεν ανεύρισκον να προμηθεύσωσι είδος τι κοινόν, το οποίον άλλοτε εν αφθονία υπήρχεν...
Απ' όξου κούκλα κι από μέσα πανούκλα
(1936)
Ερμηνεία: Λέγουνταν για τις γυναίκες εκείνες που εφρόντιζαν μόνο να φαίνουνται καλοφορεμένες και καθαρές, ενώ κάτω από τα εξώρουχα τους κρύβουνταν κουρέλια και ακαθαρσία των γοντών. Επίσης λέγουνταν και για πράγματα που είχαν καλή εμφάνιση, αλλά...
Αφορμίτσα γύρευα, σκούντησε με κι' έπεσα
(1938)
Ερμηνεία: Διά τα παιδιά που ήσαν έτοιμα να κλάψουν και ανεξήοτυν οιανδήποτεπαραμικράν αφορμήν. Την έλεγαν όμως και διά τους μεγάλους οι οποίοι δεν ήσαν διατεθειμένοι να ανταποκριθούν εις τα υποχρεώσεις των και επροφασίζοντο ασημάνους αιτίας...
Τα μακρινά μου κούdρηναν τα δγυό μου γίνικαν τρία κείνα που με bερέτευαν μ' αφήκανε και φύγαν
(1938)
Κουντουραίνω = μικραίνω, τα μακρινά = τα χέρια, τα δγυό = τα πόδια, κείνα = τα δόντια, bερέτευαν = συνετήρουν λ. τ. Παράπονον γέροντος και αίνιγμα...
Ποντικός κουδούνια φόραγε, κι' αν φόραγε, ποτός τα θώραγε;
(1938)
Δι' εκείνας που εστολίζοντο ή που είχαν πλούτη και δεν ενεφανίζοντο εις τα εορτάς και τα πανηγύρια ούτε ο πλούτος των εχρησίμευε δια να μεταβάλη την ζωήν των επί το ανετώτερον...
Μί τον ήλιο τα βγάζουμε με τον ήλιο τα βάζουμε. Τ' έχ' να τα έρμα κι ψοφούνα;
(1939)
Περί των οκνηρώμ ανθρώπων οι οποίοι δεν εγνώριχον την αιτίαν της πενίας και της δυσπραγίας των. Κυρίολεκτικής πρόκειται περί ποιμένων οι οποίοι πολύ μετά την ανατολήν του ήλιου ωδηγούν τα πρόβατα εις βοσκήν και πολύ προ της δύσεως τα έκλειον εις την...