Αναζήτηση
Αποτελέσματα 2571-2580 από 2770
Ποιός ήθελε να μου το πη και να του το πιστέψω, πως θένα τρώ' αρόχλαδα να ξεκαλοκαιρέψω
(1963)
Αρόχλαδα = άγρια αχλάδια
Τη ΄υναίκα δε bρέπει να τη ξέρη ο άdρας τσ΄ απού τη μέση κι΄ απάνω
(1963)
Δηλ. Η γυναίκα δεν είναι ανάγκη να λέη ό,τι σκέπτεται, ό,τι κάνει στον άντρα της, γιατί κάποτε μια ενέργειά της μπορεί να γίνη αφορμ΄γ διενέξεως μεταξύ τους
Ήταξά σο 'δα κοιλιά μου να σε 'εμίσω, μα δε σούταξα κι είdα θα βάλω μέσα
(1963)
Λέγεται, όταν κάποιος δεν αρκείται σε κάτι, που του προσφέρεται, παρά ζητεί κάτι καλύτερο του αυτού είδους
Ναμου dο Μάη 'άδαρος, τον Άουστο κριάρι, όλο (κι όλο) dο χρόνο πετεινός και γάτης (κάτης) δεν ήθελ' άλλη χάρη
(1963)
Λέγεται με τονον αστειότητος
Ο άδαρος που μούπεψες, δεν είχεν αφτιά
(1963)
Λέγεται όταν θέλωμε να αποφύγωμε απάντηση σε απεσταλμένο, κυρίως σε παιδιά, πειράζοντας και τον αποστείλαντα και τον απεστλμένο. Δηλ. ο απεσταλμένος δεν μετέφερε την παραγγελία, έτσι αποφεύγομε την εκτέλεση, π. χ. Είπε η ...
Να 'δα η καμήλα οdε dην ερωτούσα, είdα τσ' αρέσει καλύτερα τ' ανήφορο ή το κατήφορο, λέει, και μα 'χάθηκεν η ίσα στράτα;
(1963)
Δηλαδή ο μέσος δρόμος είναι ο πιο άνετος
Το βουνό δεν εφοβήθηκε, λέ', εκείνο bού πάει και κάνει ένα θεοόμαρο, ιατί πάει κάθα τόσο, μόνο 'φοβήθηκεν εκείνο bο 'πάαινε gάθα μέρα κι ήκανε μίαν αgάλη
(1963)
Θεοόμαρο=μεγάλο δέμα κλαδιών. Αgάλη=μικρό δέμα κλαδιών
Σα φανή κολοκυθάκι, αποσπέργιωνε λϊάκι, σα φανή η κολοκύθα, αποσπέργιων' όλη νύχτα
(1963)
Αποσπέργιωνε = δούλευε τη νύχτα
Όποιος τρώει το λινόκοκκο τρώει τα ρούχα dου
(1963)
Δηλαδή όταν καταναλίσκης κάτι, που προορίζεται για παραγωγή, μένεις τελικά χωρίς είσοδημα
Θώρεις οΰια (ούες) κι έπαιρνε και θώριε μάνα κι έπαιρνε παιδί
(1963)
Δηλαδή αν η μητέρα είναι καλή, θα είναι και το παιδί της, αν η ούγια είναι καλή, θα είναι και το ύφασμα