Αναζήτηση
Αποτελέσματα 521-530 από 570
Ως πού να πή δόξα Πατρό, πέφτ' η πέτρα κί τόνε βαρεί
(1939)
Δι' ανθρώπους οι οποίοι μόλις συνήρχοντο από αλλεπάλληλα ατυχήματα, πάλιν παρουσιάζοντο νέα εμπόδια και δυσκολίαι
Όπ' δε θέλι το βρόdο στα καbαναριά δι bάει
(1939)
Δι εκείνους που επεδείκνυον δυσφορίαν δια κάτι το οποίον οι ίδιοι επροκάλεσαν
Όσο βράζ' η πήλινους η τζερές
(1941)
Τζερές = χύτρα, τέντζερες. Περικοπή παραμυθιού. Μια γυναίκα επανδρώθηκε ένα χήρον που είχε ένα παιδί από την πρώτην του γυναίκα. Κάποτε δε την ερώτηε το άλλο παιδί της: - Πόσο μ' αγαπά; - Όσο βράζει ο πύλινος τζερεμές όταν ...
Κάλλιο λάχανο και ρίνια παρά ζάχαρη κια γκρίνια
(1941)
Δια τους πλουσίους που ήταν δύστροπος και καθίστων αφόρητον την ζωήν των συζύγων των
Τα μικρά δεν ήθελες, τα μεγάλα γύρευες
(1941)
Ελέγετο δι΄ εκείνους οι οποίοι ανελάμβανον φροντίδα και κόπους ανωτέρους των δυνάμεων των
Διάργυρο και τραμ' dίνα κάμνουν τη γριά καdίνα
(1941)
καdίνα= γυναίκα (λ.τ.) εδώ ωραίαν γ.
Μιά ώρα δ'λειά, ένα χρόνο μελέτ'μα
(1941)
Όταν κανείς συνεχώς ανέβαλε να κάμη έργον, το οποίον δεν ήτο δύσκολον
Άσπρο αbά κι' μαύιρ' κάπα
(1936)
Μαυίρ=μαύρη
Αυτό δα είναι για να γελάη του γ'ρούν'
(1936)
Όταν κανείς έκαμνε ή έλεγε κάτι πολύ το ανόητο, που θα ήταν δυνατό να κάμη αίσθηση και να δημιουργήση σχόλια και έξω από τον κύκλο των ενδιαφερομένων
- Από πού 'σαι, κλωναράκ'(ι); - Από κείνο τό δεdράκ(ι)
(1936)
Γιά κείνους πού δέν μπορούσαν ν' αποφύγουν τίς συνέπειες τής καταγωγής τους.