Αναζήτηση
Αποτελέσματα 191-200 από 518
Του δώκανα πρόσωπο γυρεύ' κι' αστάρ
(1889)
Σημ. Αστάρ λ. Τουρκ. = φόδρα. Ερμηνεία: Πήρε πολύ θάρρος. Του έδουσαν πρόσουπον, γυρεύει κι' αστάρ
Τριλλές τα κιρδαίνουν, γνουστικοί τα τρών
(1891)
Ερμηνεία: Επί των φιλαργύρων των θησαυριζόντων χρήματα άτινα να σπαταλήσουν άλλοι.
Μάλλιασι γλώσσα μ να σι λέου
(1891)
Ερμηνεία: Εβαρύνθην να σε συμβουλεύω
Σκώθηκι τσουκάλα να γιαλάση τη γκουντούλα
(1891)
Οσάκις ανόητος θέλει να εμπαίξη φρόνιμον ή ανίκανος τον ικανόν
Γέρμα κάπαρα
(1891)
Ερμηνεία: Χαμένα, μάταια, όλα αποβαίνουν προς ζημίαν
Δεν έχ' τι να γένι
(1889)