Αναζήτηση
Αποτελέσματα 2091-2100 από 2150
Το gαιρό πο' 'σώσαμεν, άdρα μου, ή εσύ ν' απεθάνης ή εώ να χηρέψω
(1963)
Λέγεται συνήθως το πρώτο μέρος, για να χαρακτηρίση κακή κατάσταση. Πολλές φορές ακολουθεί και το δεύτερο σαν αστείο. Π.χ. “Ήτονε, λέει, καμμιά κακιάς διαγωγής κι' εγρίνιαζε με τον άdρα τζη και του τόπε. Και τώρα το λένε, ...
Σα bο' καταdήσαμεν άdρα μου, ή εσύ ν' απεθάνης ή εώ να χηρέψω
(1963)
Λέγεται συνήθως το πρώτο μέρος, για να χαρακτηρίση κακή κατάσταση. Πολλές φορές ακολουθεί και το δεύτερο σαν αστείο. Π.χ. “Ήτονε, λέει, καμμιά κακιάς διαγωγής κι' εγρίνιαζε με τον άdρα τζη και του τόπε. Και τώρα το λένε, ...
Ασ' το το πελελό bουλί να πά' να παραδίση, να κατελύση τα φορεί κι' απέκειο να 'υρίση
(1963)
Λέγεται, όταν κάποιος θέλη να φύγη από τον τόπο του, ενώ προβλέπεται ότι δεν πρόκειται να κερδίση μ' αυτό τίποτε (πελελό=απολωλός, παλαβό, ανόητο, τρελό), (παραδίση=να παροδεύση, δηλ. Να αλητέψη, να βγη από το δρόμο του), ...
Ήβαψες εσύ την αξίνη μου; θα βάψω κι' εω το νι νι σου
(1963)
Αντιστοιχεί προς το “Οφθαλμόν αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος”
Το άδαρο μου θα βάλω να gανίση
(1963)
Λέγεται σε περίπτωση αδιαφορίας, π. χ. Δε τζη ξαναμιλώ, χιλιώ χρονώ να ενώ, Ακούς ο καμός τση, το αδαρό τζη θα βάλη να gανίση
Το πρώτο gάστρι φαίνεται τση κόρης παναύρι, το δεύτερο τση φαίνεται ο κόσμος πως θα 'ύρη
(1963)
Δηλαδή, η πείρα διδάσκει
Όdεν ήμου νιός δεν εσάλεβγα και τώρα πο' 'έρασα πετώ κι' εώ, σα dον όγδουρα
(1963)
Προέρχεται από αίνιγμα. Λέγεται για ηλικιωμένο, που αρχίζει να γίνεται δραστήριος
Χαρά στο νιο που ξαγρυπνά, το 'έρο που κοιμάται
(1963)
Δηλαδή, όταν ο νέος και στο κρεβάτι ακόμα ανησυχή για τη δουλειά του, εξασφαλίζει καλά γεράματα, κι' όταν πάλι ο γέρος κοιμάται, σημαίνει ότι δεν έχει έννοιες, ζει καλά