Αναζήτηση
Αποτελέσματα 2151-2160 από 2165
Μ' όποιο (ή μ' οιο) δάσκαλο καθήσης (ή κι α gάτσης) τέθοια γράμματα θα μάθης
(1963)
Δηλαδή αναλογα με τις συναναστροφές του κανείς εξελίσσεται
Ο Μάης έχει τ' όνομα κι Απρίλης τα λουλούδια
(1963)
Είναι όμοιο με το: Άλλος έχει τονομα κι άλλος έχει τη χάρη
Ήκουα κι' εω Βλακάδες κι εκείνοι 'ν' ανέμοι και κρϋάδες, (η εκείνο)
(1963)
Βλακάδες = είναι επώνυμο : Βλακός
Όλη μέρ΄ αρνί gαι ρίφι και το βράδυ, λέει “Άψε μου κερά, το λύχνο”, να κουρέψω δέκα
(1963)
Καμμιά 'υναίκα, λέ, είχε bρουζίνικα κι ήβαλεν ένα μια βολά να τση τα κουρέψη κι εκούρευγε, λέει, όλη μέρα ΄ναν αρνί κι ένα ρίφι και το βράδυ τσ΄είπε να τάψη το λύχνο να κουρέψη πέdε – δέκα
Τρόπος δέν είναι νά κρυφτή ο βήχας κι' η αγάπη, 'ιάτ' είναι πράμα φανερό, σά dό κερί π' ανάφτει
(1963)
Λέγεται, όταν βήχη κανείς ή όταν είναι ερωτευμένος
Μα είπα σου, πως δε θα βρεξω (ή : πως δε βρέχω) μα είπα σου και πως δε θα θρέψω (ή : πως δε gανω)
(1963)
Δηλαδή, δεν μπορείς να στηρίζεσαι σε ένα μόνον δεδομένο
Ο θεός να σε φυλάη απού το ΄έρο το γρινιάρη κι ΄απού το βοριά το συβροχιάρη
(1963)
Δηλαδή και ο γκρινιάρης γέρος και ο βοριάς ο βροχερός είναι εκνευριστικοί
Έξε μόδια βάνει ο φούρνος, δυό περέττες δε χωρούσι
(1963)
Π.χ. Τώρα ω παdρέβγω τσι θυατέρες κι' είναι μεγάλο το σπίτι μου και κάθομαι gι οι δυό μαζί, αλλά δε συμφωνούνε οι γαbροί, κι' όλοι μαζί. Θα πης λοιπόν “Έξε μόδια ο φούρνος δυό περρέτες δε χωρούσι”. Το μόδι = μέτρον ...
Πιττ' αbρός και πιττ' απίσω, ωάβγω θέλω να μιλήσω τση 'ειτόνισσας το δίκιο
(1963)
Λέγεται για γλωσσούδες, τις ξενόγνοιαστες, που δεν αφίνουν τίποτε ασχολίαστο. Λέγεται ή μόνο ο πρώτος στίχος ή και οι τρεις. Από τον ακόλουθο μύθο; Ήτονε, λέει, μια gοπελούδα μια βολά κι ήτονε φαφλατού κι ότι ήθελεν ακούση ...