Αναζήτηση
Αποτελέσματα 861-870 από 952
Παροιμία
(1963)
Τω γνωστικώ τα πράματα τα τρών οι χαροκόποι
(1963)
Δηλαδή τις οικονομίες των συνετών τις χαίρονται σπάταλοι κληρονόμοι.
Α τη 'ούλα bαίνου dα κάλλη
(1963)
Δηλαδή όποιος τρώει ομορφαίνει.
Η γρίνα ξελοθρεύει σπίθια
(1963)
Ο Θεός δεν αρωτά, είdα θα φας κι'είdα θα πιής, μόνου, είdα θα κάμης κι είdα θα πής
(1963)
Λέγεται κυρίως για τις νηστείες...
Δηλαδή δεν είναι αμαρτία να μη νηστεύης, αμαρτία είναι να κάνης και να λές κακό...
Δηλαδή δεν είναι αμαρτία να μη νηστεύης, αμαρτία είναι να κάνης και να λές κακό...
Κρέμο 'συ, λαρδί μο', 'του κι' η ψυχή μ' ας βγαίνη επά
(1963)
Κρέμο = κρέμου, να κρέμεσαι, 'του = αυτού, επά = εδώ...
Λέγεται όταν στερείται κανείς κάτι, ενώ είναι στη διάθεσή του και αποφεύγει να το καταναλώση...
Λέγεται όταν στερείται κανείς κάτι, ενώ είναι στη διάθεσή του και αποφεύγει να το καταναλώση...
Έβγα στη 'ειτονιά bοbέψου κι' εύρα στο σπίτι σου πορέψου
(1963)
Bοbέψου = ρεζιλέψου, πορέψου = βολέψου. Πορέψου ή βολέψου. Ή Εύρα σπίτι σου πορέψου και στη 'ειτονιά bοbέψου. Δηλ. Όταν μπορής να αντιμετωπίζης μιάν αναγκη εξ ιδίων, να αποφεύγης να εκτεθής ζητώντας τη βοήθεια άλλου...
Κάρκα ένα, κάρκα δυό, σα d' αβγά τζη πέρδικας
(1963)
Προέρχεται από τραγουδάκι...
Σημαίνει αραιά και κάπου. Π.χ. “Πρώτα ΄τονε το χωρίο μας γεμάτο τσ΄ ανθρώποι. Τώρα ΄ναι κάρκα ένα, κάρκα δυό, σα d΄ αβγά τζη πέρδικας”...
Σημαίνει αραιά και κάπου. Π.χ. “Πρώτα ΄τονε το χωρίο μας γεμάτο τσ΄ ανθρώποι. Τώρα ΄ναι κάρκα ένα, κάρκα δυό, σα d΄ αβγά τζη πέρδικας”...
Τώρα 'συ θές, (σα dη bαροιμία), ή εώ να πεθάνω ή εσύ να χηρέψης
(1963)
Λέγεται, όταν κάποιος προτείνη δυό λύσεις, που είναι και οι δυό προς όφελός του...