Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1731-1740 από 1813
Τσάπου τζ' ομdϊέζεις 'ς τον τζαλού, βgαίν' αν 'αγός
(1951)
Από το χαμόκλαδο που δεν περιμένεις, βγαίνει ένας λαγός
Στάθη σο θύρι μbρό, νε του βgαίνει φήνει, νε του μbαίνει
(1951)
Στάθηκε στην πόρτα μπροστά, ούτε κείνον που βγαίνει αφήνει, ούτε κείνον που μπαίνει
Μο το χορτάρι ση νιστία κονdα μη πααίν΄, Με το μπαρούτι στη φωτιά κοντά μην πηγαίνεις
(1951)
Τόλεγαν για δυό εχτρούς, ή για κορίτσια κι αγόρια, που δεν έπρεπε να πλησιάζονται
Τού 'ά 'ινεί βόϊδιν dό μουσκάρι, 'ς τό κόπριν dου έν bαού
(1951)
Τό μοσχάρι πού θά γίνει βόδι, από τήν κοπριά του φαίνεται. Από μικρός δείχνει κανείς τί θά γίνει
Α νοματού χρεία, σα δύο νομάτοι τζο φτάνει α πομείνουν τσαι τα δύο νηστικά
(1951)
Ενός ανθρώπου το φαΪ στούς δυό ανθρώπους δε φτάνει, θ' απομείνουν κι οι δυό νηστικοί
Ά σεσμένο τανάς, τσίπ τή σουρού τά πράματα χά τά σέσει
(1951)
Ένας χεσμένος ταύρος, όλα τού κοπαδιού τα ζωντανά θά τά χέσει. Ένα κακό παράδειγμα, όλους μπορεί να μάς παρασύρει. - Πόντ. Δ. Π. αρ. 371: Τό σκατόν πα ολίγον έν, άμα γαμαρίζ'
Σαμ' α 'ινώ νύφ' α προστσυνάω
(1951)
Όταν θα γίνω νύφη, θα προσκυνάω
Ότις τζο ΄υρεύει να κούσει τα κροτάλε, σο μύον τζο πααίνει
(1951)
Όποιος δε θέλει ν΄ ακούσει τα κροτάλια, στο μύλο δεν πηγαίνει. Κρόταλε είναι τα βαρδάρια του μύλου, που κάνουν μεγάλο θόρυβο στο άλεσμα
Συ, μο τ' ατέ τ' αχίλλι του ες, α νάρτει αν dαρός, θάλε τζ' α νάβρεις να δώσ' το τσουφάλι σου
(1951)
Συ μ' αυτό το μυαλό που έχεις, θε νάρθει ένας καιρός, πέτρα δε θάβρεις να χτυπήσεις το κεφάλι σου
Ήμουν bεκάρης, ήμουν χονκάρης, σεμαδεύτα, ενόμουν βεζίρης παρεδόθα, ενόμουν ρεζίλης
(1951)
Ερμηνεία: Ήμουν ανύπαντρος, ήμουν χονκέρης, αρραβωνιάστηκα, έγινα βεζίρης, παντρεύτηκα, ρεζιλεύτηκα. Μουλά – χονκέρης ήταν μεγάλο θρησκευτικό αξίωμα. Αυτός έμενε στην Προύσα κι είχε το προνόμιο να δίνει στο Σουλτάνο το ...