Αναζήτηση
Αποτελέσματα 111-120 από 1282
Μιά μούγια νά πέση σ' ένα χαρτσίν, εξημάρισέν το ούλλον
(1940)
Καί τό ελάχιστον ηθικόν παραπάτημά μας, αμαυρώνει τό όνομα καί τήν υπόληψιν μας...
Άλλος εχάσσησεν, τζ' άλλος εμπούκωσεν
(1940)
Επί τυχηρών και επιτηδείων που κατορθούσι να καρπωθώσι ωφελείας, αποτόκους προσπαθείας και δραστηριότητος άλλων...
Αγαπάς τζαι τημ μηλιάν, αγαπάς τζαι τα μήλα
(1940)
Ο αγαπών πρέπει να δεικνύη ενδιαφέρον και δια τους στενώς συνδεδεμένους και προσφιλείς εκείνου τον οποίον συμπαθει...
Όπκοιος ιδκιάζεται, μεινίσκει μεσόστρατα
(1940)
Ο βιαζόμενος δύναται να κτυπήση, να λησμονήση κάτι τό απαραίτητον, καί να αργοπορήση. Και μεταφορικώς...
Η πείνα κάμνει δόγκια, τζ' ο φόος κάμνει πόδκια
(1940)
Εκείνος που πεινα πολύ και χωρίς να έχη δόντια τρώγει, καθώς και ο χωλαίνων τρέχει να φύγη αν αναγκαστή εις τουτο...
Έδ δανεικά τα πίσκαλα στογ γάμον
(1948)
Πίσκαλα...
Ερμηνεία: Άμα θέλη κανείς να δηλώση πως θα ανταποδώση τα ίσα. Η παροιμία προήλθεν απ' την συνήθεια που' χουν οι χορευτές, άμα χορεύουν το “ζεϊπέκκιν”, ο ένας να στέκεται και να στέκεται και να “πισκαλίζη”, να κτυπάη τις παλάμες στον άλλο, που...
Ερμηνεία: Άμα θέλη κανείς να δηλώση πως θα ανταποδώση τα ίσα. Η παροιμία προήλθεν απ' την συνήθεια που' χουν οι χορευτές, άμα χορεύουν το “ζεϊπέκκιν”, ο ένας να στέκεται και να στέκεται και να “πισκαλίζη”, να κτυπάη τις παλάμες στον άλλο, που...
Ο ξένος τζ' ο αφάτσητος, μοιάζουσι με τοσ στραόν
(1940)
Ο τυφλός και ο ξένος φέρεται εική και ως έτυχε...
Που λιμασμένον γάδαρον καρτέρηνε ποτάγια
(1940)
Όπως ο πεινών δεν καταλείπει τροφήν και ο διψών χρήμα δεν αφήνει να κερδίση και άλλος...
Όποιος πολλοτεντώνεται, γλήορα ταπεινώνεται
(1940)
Ο καυχώμενος και μεγαλοφρονών, ξεσκεπάζεται και ταπεινούται...
Μανά τόσεν στετέ τόσεν, τζ' η κόρη εν έθεν να τόση;
(1940)
Τα ηθικά ελαττώματα της μάμμης και της μητρός θα αποκτήση και η εγγονή παραδειγματιζομένη...