Αναζήτηση
Αποτελέσματα 21-30 από 282
Άσπρος γεννάται ο κόρακας και κόκκινος μαλλιάζει και μαύρος καταστένεται και του κυρού του μοιάζει
(1920)
Καταστένεται = καταντά
Θώριε νούγια και παίρνε πανί, θώριε μάννα και παίρνε παιδί, θώριε αδερφό και παίρν' αδερφή
(1920)
Νούγια = νήμα λευκόν, χρήσιμον μάλλον ως στημόνι
Εγόϊν του του κεφαλά αν ην και με τα γένεια, και πάλι ξαναγόϊν του αν έχη και κοπέλια
(1920)
Εγόϊν = αλλοίμονον του
(Κάθεται και μ' ανεκαιρώνει) παλαιού αρραγού βαστάγια
(1925)
Ανεκαιρώνω = ανανεώνω, αναμιμνήσκομαι τι, αναμιμνησκόμενος μου αναφέρει παλαιά, λησμονημένα πράγματα...
Η συνεκφορά του ανεκαιρώνει με τα βαστάγια (= κορδόνια, σχοινάκια) καθιστά πιθανόν ότι το ρ. Προέρχεται όχι εκ του ανακαινόω – ανακαινώνω – ανακαιρώνω και ανομοίωσιν αλλ΄ες του κακρόω (= συνδέω τον στήμονα) αφού και εν τη προειρημένη παρομοιώσει...
Η συνεκφορά του ανεκαιρώνει με τα βαστάγια (= κορδόνια, σχοινάκια) καθιστά πιθανόν ότι το ρ. Προέρχεται όχι εκ του ανακαινόω – ανακαινώνω – ανακαιρώνω και ανομοίωσιν αλλ΄ες του κακρόω (= συνδέω τον στήμονα) αφού και εν τη προειρημένη παρομοιώσει...
Θέλ' η γρά και παίζ' ο γέρος
(1926)