Αναζήτηση
Αποτελέσματα 121-130 από 142
Έφερε τον άνεμο κουβάρι
(1908)
Βλ. Πολ. ελ. λ. Αρ. 13
Άντρα μου, αντρούλλη μου, αν ηξέρου π' άλλον άντρα χωραΐτη, Μωραΐτη, μαραγκό τσαί καλαφάτη τσ' άλλος δεκοχτώ νομάτους, αν ηξέρου π' άλλον άντρα να με κάψη το κουρκούτι
(1908)
Ένς άντρας έβαλε υποψία πως η γυναίκα του πάγαινε με άλλον άντρα τσαί τήνε γρίνιαζε, τσείνη έλεγε πως δεν ήξερ άλλον άντρα “τσ' α λέου ψέματα” λέει “να με κάψη το κουρκούτι, ειδέ μη να κάψη σένα, γιατί έτυχε να βράση ...
Κάσε, κόττα μου, στ' αυγά σου τσαί στα πετρολίθαρά σου για να βγάλης τα πουλιά σου ούλα κι – κι - κι τσ' ένα κα – κα – κα
(1908)
Ούτως εν Κονίστραις ο τελευταίος στίχος λέγεται ενταύθα και άλλως “ούλα κου-κου-κου τσ' ένα κα-κα-κα” ή “πειότερα κου-κου-κου, πειό λίγα κα-κα-κα. Δια του κι-κι-κι,κο-κο-κο και κου-κου-κου νοούνται αλέκτορες, δια δε του ...
Δεν εφανήσανε σαν της λαμπρής τ' αυγά
(1908)
Το δεν εφάνησαν σημαίνει ενταύθα ούδ' επί μικρόν διετηρήθησαν, ήτοι άμα φανέντα εδαπανήθησαν
Δε δρώνει τ' αυτί του 'πο τέτοια
(1908)
Όταν τις αδιαφορής ή περιφρονητικώς διάκειται προς πράγματα τινα, άτινα άλλους, μάλλον ευαίσθητους ή φιλοτιμώτερους θα ελύπουν.
Ο άντρας μου στα τσάγαλα, εγώ στα τσαγαλίσματα
(1908)
Πρβλ. Πολ. Εν λ. Αρ. 21