Αναζήτηση
Αποτελέσματα 61-70 από 2434
Άρπαξεν απ' άρπαξεν σουβλί σουβλί σουβλόρρριζα
(1920)
Σουβλί = μικρόν τεμάχιον εκ σιδήρου σουβλερόν (μυτερόν), όπερ μεταχειρίζονται οι υποδηματοποιοί όταν ράπτουν υποδήματα. Εννοείται μετά του ξύλου εφ΄ ου είναι στηριγμένον. Μόνον του λέγεται σουβλόρριζα
Λυγνά, χοντρά κάτεργα
(1917)
Μπουκαλής, 190, 1 – 5...
Εστοίχισε ο γαμάς στεγκούνι.
(1918)
Έχε με παρητημένον
(1914)
Το βδέλυγμα της ερημώσεως
(1914)
Άρατε πήλας οι άρχοντες
(1914)
Αδικομαζώματα, ανεμοσκορπίσματα
(1937)
Λέγεται για κείνους που χάνουν την περιουσία που απόχτησαν άδικα
Χίλια μετανοιώματα ένα άσπρο
(1918)
Αντιλαβού
(1914)