Αναζήτηση
Αποτελέσματα 2301-2310 από 2434
Πόσοι οθροί δε φαίνουνται σαν μπιστεμμένοι φίλοι κ΄έχουν το διάολο ΄ς τ΄ασκί τη ζάχαρη ΄ς τ΄αχείλι !
(1920)
Ορθός = οι εχθροί, Ασκί = Ασκός (τουλούμι)
Σαν το θέλη το γουλί μου, πως θα κάμω για την ψυχή μου;
(1920)
Γουλί=η κοιλιά μου, η όρεξίς μου.
Μεγάλο μου Σαββάτο και πως θα σε περάσω, απουχεις τρία κολατσά και τρία μεσημέρια και τρία πρώτα σάββατα κι ακόμη έχεις μέρα!
(1949)
Το λένει οι λαίμαργοι, που ανυπομονούν πότε θα πασχάσουν
Άσπρη ρασε, μαύρη ρασε, δεν είν' το πάπλωμα για σε
(1920)
Ρασε= το εκ χονδρού μαλλίου κατασκευαζόμενον υπό χωρικών ύφασμα όπερ λευκαινόμενων χρησιμεύει προς κατασκευήν Κρητικήν καπότων (χλαινών) ή κουβερτών
Απού 'καμε 'γούμενος έκαμε και κελλάρης, κ' εκάτεχε ο 'γούμενος ηντά 'καν ο κελλάρης
(1920)
Κατέχω και κατέω = Ηξεύρω, γνωρίζω, Κατές = ειξεύρεις Κατέτε = Ειξεύρετε. Κελλάρης = ο άρχων του κελλιού = μικρού δωματίου ενθα εν ταις Μοναίς κατοικούν μοναχοί
Αναβάστα γρά το γέρο να τον έχωμε το θέρος, κι' απής αποθερίσωμε, θένά τόνε τσουρήσωμε
(1920)
Αναβατώ=υποβοηθώ δια των χειρών, ανακουφίζω, Τσουρώ=κατρακυλώ, κυλινδώ
Μη μας πολυψηλώνεσαι γιατί ψηλός δεν είσαι, και το χωριό σου 'ναι κοντά, κατέμε σε ποιός είσαι
(1920)
Πολυψηλώνεσαι = επαίρομαι, το παίρνω επάνω μου πολύ ψηλά