Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1861-1870 από 1932
Τα τουβάρεα πά ωτία έχνε
(1881)
Τουβάρ = τοίχος
Ωβγόν γλύν'
(1881)
Επί εκείνων οίτινες λέγονται ισχυροί σκωπτικής
Μαλώνουν σαν τση σκύλους
(1892)
Ερμηνεία: Επί των διαπληκτιζομένων, μεταφορικώς από των κυνών, οι οποίοι συρρέοντες εις τας πλατείαις γαυγίζουν αδιακόπως
Μπρος ολόνερο, σκηάς κληματόνερο
(1892)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Από που θέλης πίνε το νερό
(1892)
Ερμηνεία: Εις ένδειξιν αδιαφορίας
Φουτή που θα πας; Σ σο όμνισμον και 'ς σο όρκισμον
(1881)
Κλάσμαν που θα πας; Σ σο γέλος και σοι χαράν
Ομπρός είμαι γέροντας, οπίσω νεούτσικος, βρέφος σάν τό πουλί τής Αθηνάς – σοβαρό γέρικο ομπρός οπίσω ωρά μικρή, ασκόπουλο
(1889)
Τά έλεγεν εις Αθήνας όταν ήλθεν από τό Ναύπλιον καί ελογάριαζε παίζοντας τούς μήνας του, ως νά είχε γεννηθή όταν εξεφυλακίσθη από τό Παλαμήδι
Εταράχθηκ' αντιχολός μου
(1892)
Ερμηνεία: Επί φόβου
Αέρα κοπανίζει
(1892)
Επιχειρεί τόσον ανεκτέλεστον όσο και ο προσπαθών να κοπανίση τον αέρα. Επί ματαιοπονίας