Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Λήμμα "παιδεύω"
Αποτελέσματα 1-20 από 26
-
Η τσούνα 'κι επαιδεύκουτουν, τα τσουνοπούλια παίδευε
(1940)Ερμηνεία: Η σκύλα παιδεμό δεν είχε, παίδευε τα σκυλόπουλα -
Η τσούνα κ επαιδεύκετον και τα τσινοπούλια τς επαίδευεν
(1874)Η κύων εαυτήν μη διορθούσα τους σκύλακας διώρθου. Ερμηνεία: Επί των μη ποιούν των αυτών, άπερ τους άλλους ιατρός αυτός. Σημείωση -
Η τσούνα κ' επαιδεύκετον και τα τσινοπούλια τς επαίδευεν
(1874)Η κύων εαυτών ου διορθούσα τους σκύλακας διώρθου -
Οι μας αγαπά Κύριος παιδεύg
(1876) -
Ον αγαπά κύριος παιδεύει
Παροιμία, δολομέντος. Μη χολιάζεις έτσι, ον αγαπά ο Κύριος παιδεύει. Παραίνεσις προς τεθλιμμένον επί απώλεια προυφιλούς ούτος -
Ον αγαπά κύριος παιδεύει
(1956) -
Ον αγαπά κύριος παιδεύει
(1876) -
Ον αγαπά κύριος παιδεύει
(1943)Το παιδεύω, συνώνυμο του βασανίζω γιατί φαίνεται πως ο μόνος εκπαιδευτικός αποτελεσματικός τρόπος των παιδιών ήταν το βασανιστήριο, ο παιδεμός και το ξύλο -
Ον αγαπά Κύριους πιδεύει
(1893) -
Οπ' αγάπαει παιδεύει
(1956) -
Οπ' αγαπά ο Θεός παιδεύγει
(1963)Ερμηνεία: Λέγεται σαν παρηγοριά, σε άνθρωπο, που του τυχαίνουν αλλεπάλληλα ατυχήματα -
Οπ' αγαπά παιδεύει
(1943) -
Οπ' αγαπά παιδεύει
(1906)Ερμηνεία: Ο αγαπών την ωφελείαν του άλλου παιδεύει αυτόν προς επανόρθωσιν -
Ου αγαπά Κύριος, παιδαύγει
(1937)