Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Λήμμα "καβάλλα"
Αποτελέσματα 1-13 από 13
-
Εμ πατσά, εμ καβάλλα
Διαπομπευόμενος τις και περιβληθείς αντί σκούφιας κοιλίαν αρνίου, επέχαιρε μωρώς -
Εψώνισε καβάλα
(1889)Ερμηνεία: Επί των αγνοούντων να εκλέγωσι εν τη αγορά. Λέγεται και επί των λαμβανόντων δυσειδείς ή ασχήμους γυναίκας, αν και ο λαιμός των ζώων είναι νοστιμώτερον μέρος την γεύσιν -
Καβάλλα τόκαμες το παζάρι
(1910) -
Ούτε την καβάλα σου ούτε τη λαμνάρα σου
(1889)Ερμηνεία: Επί των αποφευγόντων τας ηδονάς φόβω του δεινού -
Τώρα είναι στην καβάλλα!
(1924)Ειρωνικώς είτε κατ' ευφημισμόν επί νεονύμφων – μη γραπτέον Καβάλλα;