Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Λήμμα "βρώμα"
Αποτελέσματα 1-19 από 19
-
Βρώμα και δυσωδία
(1965) -
Βρώμα και δυσωδία
(1943)Από την νεκρώσιμη ακολουθία, ο λαός τα κόλλησε κι έκανε το βρώμα συνώνυμο με τη δυσωδία ή το κατάντησε επιτακτικό του δεύτερου, έτος εφιάστηκαν το βρωμώ, βρωμερός -
Βρώμα και δυσωδία
(1907) -
Βρώμα και δυσωδία
(1917) -
Βρώμα και δυσωδία
(1956) -
Βρώμα κι λυσουδιά
(1911) -
Είν' απάν' τ' βρώμα τ'!
(1925)Παροιμία που λέγεται γι' αυτοόν που βρίσκεται σε ώριμη ηλικία για γάμο -
Είναι βρώμα κ δυσωδία
(1909) -
Κίτ'ς βρόμ'ς κόch' νου κι τ' ch' λιού καρούτα
(1915)Επί ανθρώπου ευρισκομένου εις την ανάγκην να ανέχηται τας ύβρεις και να περιποιείται ανθρώπους ουτιδανούς