Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής
Αποτελέσματα 41-60 από 673
-
Από βασιλικιά βρύσ' νερό μη πίν'ς
(1953)Οι ισχυροί την παραμικράν αφορμήν ζητούν δια να είπουν ότι καταπατούνται τα δικαιώματά τωνκαι ν' αρχίσουν να καταδιώκουν τους αδυνάτους. Ιδίως δεν πρέπει να πειράζωμεν δημόσια είδη, γιατί θα βρούμε τον μπελιά μας -
Από μολωχτό ποτάμ' να φοβάσαι
(1953)Ο κρυψίνους άνθρωπος και ο πονηρός είναι πολλάκις πολύ επίφοβος -
Από πορδή σ' αγγόνι, γειά σου ξάδερφε
(1953)Μερικοί θεωρούνται και λέγονται συγγενείς, ενώ η συγγενική των σχέσις είναι πολύ απομεμακρυσμένη -
Από σπυρί σπυρί φασούλι γιομίζει το σακκούλι
(1953)Η αποταμίευσις δεν συντελείται δια μιάς, αλλά βαθμηδόν και κατ' ολίγον -
Από χίλιες καργές καρύδια
(1953)Η συνεννόησις είναι δύσκολος μεταξύ ανθρώπων πολλών και διαφόρου χαρακτήρος -
Από χίλιες καρυές καρύδια
(1929)Η συνεννόησις είναι δύσκολος μεταξύ ανθρώπων πολλών και διαφόρου χαρακτήρος -
Απόμ'νε σαν η Σούλτω με την οκνά
(1953)Ενώ κάποτε όλα είναι έτοιμα διά τι ευχάριστον γεγονός, αίφνης όλως απροσδοκήτως και παρ' ελπίδα συμβαίνει κάτι και ματαιώνει την υπόθεσιν -
Απόμεινε σαν η Σούλτω με την οκνά
(1929)Ενώ κάποτε όλα είναι έτοιμα διά τι ευχάριστον γεγονός, αίφνης όλως απροσδοκήτως και παρ' ελπίδα συμβαίνει κάτι και ματαιώνει την υπόθεσιν -
Ας με λέν' Βοϊβοντίνα κι ας πεθαίν' από την πείνα
(1929)Οι τιμητικοί τίτλοι και τα εγκώμια δεν ωφελούν τον πτωχαλάζονα άνθρωπον, τον μη έχοντα και αυτόν τον επιούσιον άρτον -
Ας με λένε Βοϊβοντίνα κι' ας πεθαίν' από τημ πείνα
(1953)Οι τιμητικοί τίτλοι και τα εγκώμια δεν ωφελούν τον πτωχαλάζονα άνθρωπον, τον μη έχοντα και αυτόν τον επιούσιον άρτον -
Ας πιη ψα ξύδ'
(1929)Όταν ένας είναι θυμωμένος και δυσαρεστημένος άνευ λόγου, του λέμε την παραπάνω φράσιν, ειρωνευόμενοι αυτόν -
Ας πιη ψια ξίδ'
(1953)Όταν ένας είναι θυμωμένος και δυσαρεστημένος άνευ λόγου, του λέγομεν την ανωτέρω φράσιν, ειρωνευόμενοι αυτόν -
Αφορμή του λύκου χαρά του πιστικού
(1953)Ερμηνεία: Οι πονηροί επωφελούνται μιας συγχύσεως δικαιολογημένης, διά να σφετερισθούν δολίως ξένα πράγματα -
Βαφτίζω και μυρώνω, θέλει ζήση, θέλ' μη ζήσ'
(1953)Λέγεται όταν τις εκτελή μίαν εργασίαν κατά καθήκον μεν αλλά αδιαφόρως, διότι η εκ του αποτελέσματος αυτή ωφέλεια είναι αμφίβολος