Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Συλλογέα "Άγνωστος"
-
Όπου δε σώνεις με το χέρισου μην το ληδώνεις το τουφέκι σου
Άγνωστος (1918) -
Οπ έχει σύντροφο, έχει αφέντη
Άγνωστος (1940) -
Ου Τούρκους κι η ουχιά δεν έχουνι πιστιά
Άγνωστος (1918) -
Ούλες ατουμπάνιστες κι εγώ τουμπανισμένη
Άγνωστος (1918) -
Παίρνω τα σχαρίκια
Άγνωστος (1919)Κυρίως σημαίνει λαμβάνω δώρα παράτινος χαρμόσυνα αγγέλλων. Δλδ είναι απλώς αγγέλλω χαρμόσυνον. -
Πήγα κει κι του βρα του σπίτ ρμνιά κι συντιλειά.
Άγνωστος (1937) -
Σύρα ψείρα, Μύκονο κασσίδα, Νιό βουλιασμένη, Σαντορίν' αντρειωμένη
Άγνωστος (1918) -
Συντεχνίτης συντεχνίτη πάντοτε τον κακοβλέπει.
Άγνωστος (1899) -
Σωρό τα παλιοπάπουτζα, καμπαναριό οι ζωνίτσες
Άγνωστος (1940) -
Τ' άλογο στον ταβλά του ψοφάει
Άγνωστος (1918) -
Τα σφάκελα δε βλάφτουνε, μα τες καρδιές μαραίνουν
Άγνωστος (1918) -
Τα τανταλιστών φάγονται κροταλισταί
Άγνωστος (1918)