Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Συλλογέα "Φάβης, Β."
-
Άντρα μου, αντρούλλη μου, αν ηξέρου π' άλλον άντρα χωραΐτη, Μωραΐτη, μαραγκό τσαί καλαφάτη τσ' άλλος δεκοχτώ νομάτους, αν ηξέρου π' άλλον άντρα να με κάψη το κουρκούτι
Φάβης, Β. (1908)Ένς άντρας έβαλε υποψία πως η γυναίκα του πάγαινε με άλλον άντρα τσαί τήνε γρίνιαζε, τσείνη έλεγε πως δεν ήξερ άλλον άντρα “τσ' α λέου ψέματα” λέει “να με κάψη το κουρκούτι, ειδέ μη να κάψη σένα, γιατί έτυχε να βράση ... -
Άντρας μου, βασιλιάς, εγώ βασίλισσα, αδερφός μου βασιλιάς, εγώ δούλα του
Φάβης, Β. (1908)Μέτοχος της ευτυχίας του ανδρός είναι πάντοτε η γυνή, τουναντίον δε η αδελφή, όσω ανυψούνται εις ανωτέραν κοινωνικήν τάξιν ο αδελφός, τοσούτω μάλλον αισθάνεται εαυτήν υπόχρεων να υπηρετή αυτώ -
Άρα μάρα τσαί κατσή καμάρα
Φάβης, Β. (1908) -
Άρες μ' άρες κουκουνάρες
Φάβης, Β. (1908) -
Άσπρα στο πουγγί, ψάρια στο βουνό
Φάβης, Β. (1908) -
Άσπρη κάτασπρη δε φελά μόν να μελαχροινίζη να ντόχη τσαί η όψη της να ροδοκοκκινίζη. Άσπρη κάτασπρη δε φελά χωρίς το κοτσινάδι σαν το ψωμί τ' ανάλατο ας τιν' τσαί σιμιγδάλι
Φάβης, Β. (1908)Γνωμικόν περί του κάλλους των γυναικών -
Αγγελιάζομαι το παιδί = εκ του ένον πιστεύεται κ καλίη
Φάβης, Β. (1925) -
Αγκάθια ΄χει στον κώλο
Φάβης, Β. (1908) -
Αγουροφάος έφαγε, οψιμοφάος δεν έφαγε
Φάβης, Β. (1908)Ο τρώγων τας οπώρας εύθος ως κατασταθώσι μόλις εδώδιμος, ουδέ ποτέ μένει άγευστος αυτών, ο δε προσμένων να φάγη αυτάς ωρίμους, κινδυνεύει να μη φάγη. Δια της παροιμίας ταύτης νοούνται κυρίως αι οπώραι εκείναι αίτινες δεν ... -
Ακριβά πούλειε τσαί δίτσαια μέτρα [............. ζύγιαζε]
Φάβης, Β. (1908) -
Αλί που τόχει η τέμπλα του και κατεβάζει ψέρα=Mata vel adulta mala aegre corriguntur
Φάβης, Β. (1908)Ταύτην την έννοιαν έχει και παρ' ημίν -
Αλί σε τσείνονε που δεν έχει νύχια να ξυστή τσαι γόνατα να δράμη
Φάβης, Β. (1908)Δυστυχώς είναι εκείνος όστις δεν έχει ιδίας δυνάμεις, ίνα δι' αυτών κατισχύση των δυσχερειών, προς ως εκάστοτε παλαίει -
Αλλού βροντάει το νερό τσ' αλλού αλέθ' ο μύλος
Φάβης, Β. (1908)Η παροιμία αυτή λέγεται περί πράξεως ης το αποτέλεσμα απροσδοκήτως σημβαίνει εν άλλω τόπω -
Αλλού καλόγηρος τσ' αλλού τα ράσα του
Φάβης, Β. (1908) -
Αλλού με τρίβγεις, γούμενε, τσ' αλλού 'χου γω τον πόνο
Φάβης, Β. (1908) -
Αλλού τ' όνειρο τσ' αλλού το θάμα
Φάβης, Β. (1908) -
Αλλού τα κακαρίσματα τσ' αλλού γεννούν οι κόττες
Φάβης, Β. (1908)Παρ' ημίν εφ' ης έννοιας και η: αλλού βροντάει το νερό τσ' αλλού αλέθ' ο μύλος ή: αλλού τ' όνειρο τσ' αλλού το θάμα